Η «άνοιξη» της Αλβανίας;

 

Ο Έντι Ράμα στον δρόμο για την εθνική ολοκλήρωση

Του Γιώργου Κυριακού

Απ’ το φθινόπωρο του 2014, όταν ο ποδοσφαιρικός αγώνας Σερβίας-Αλβανίας έθεσε παγκοσμίως στην επικαιρότητα τις επίσημες βλέψεις του πολιτικού συστήματος για τη Μεγάλη Αλβανία, έχει κυλήσει αρκετό νερό στο αυλάκι.

Η αμφισβήτηση των θαλάσσιων συνόρων, ως εφαρμογή της τουρκικής τυπολογίας επεκτατισμού για τα Διαπόντια Νησιά της Κέρκυρας, έχει πλέον θεσμικές διαστάσεις εφόσον η ένσταση Ράμα απέναντι σε πρότερη συμφωνία για την Ελληνοαλβανική ΑΟΖ έγινε δεκτή. Δεν χρειάζεται να προσθέσουμε ότι από την επίσημη ελληνική πλευρά η τυπολογία του «διαλόγου» αποτελεί τον πυλώνα της εξωτερικής πολιτικής, δίπλα στις κωλυσιεργίες ενός –ουσιαστικά– άκυρου «εμπολέμου» ή στις περιστασιακές κορόνες.

Πληθαίνουν οι άτυπες και τυπικές διαδικασίες προώθησης της αναθεώρησης των συνόρων, αφού η επίσημη σχολική ύλη στα καίρια μαθήματα της γεωγραφίας και της ιστορίας εδώ και χρόνια είναι διανθισμένη με χάρτες της Μεγάλης Αλβανίας. Από την άλλη, επίσημα ινστιτούτα και ξέμπαρκοι θεωρητικοί μιλούν για την επέκταση της Αλβανίας μπροστά στη διάλυση της Ευρώπης, σιγοντάροντας στις αντίστοιχες δημοσιεύσεις των εφημερίδων που πληθαίνουν. Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι η περιθωριοποίηση της εθνικιστικής «ερυθρόμαυρης συμμαχίας» του Κρέσνικ Σπαχίου (αλβανική εκδοχή της Χρυσής Αυγής) συμπίπτει με το γεγονός της ευρείας αποδοχής των αιτημάτων της από το επίσημο πολιτικό σύστημα. Η αναθεώρηση αφορά την Ελλάδα (τέσσερις μόνο νομοί), τη Σερβία (αλβανική μειονότητα στο Πρέζεβο), το Κοσσυφοπέδιο, μέσω του κόμματος της Αυτοδιάθεσης που ναρκοθετεί τη συμφωνία με τη Σερβία, και τη δυτική ΠΓΔΜ, όπου διαμένει η αλβανική μειονότητα. Αποφασιστικό παράγοντα αποτελούν τα εναπομείναντα «παράνομα» ένοπλα τμήματα του UCK καθώς και οι νομιμοποιημένες πολιτικές ή ένοπλες δομές του, στην ΠΓΔΜ και στο Κοσσυφοπέδιο.

Ο τσάμικος παράγοντας δεν χορεύει, μόνο, αλλά εμπλέκεται όλο και πιο άμεσα στο ζήτημα των διεκδικήσεων των περιουσιών από την εξ αντανακλάσεως εθνοκάθαρση, δηλαδή την έξοδο των Τσάμηδων από τη Θεσπρωτία το 1944. Άλλωστε το ίδιο το αλβανικό κοινοβούλιο έχει καθιερώσει την 27η Ιουνίου ως ημέρα μνήμης της «γενοκτονίας» των Τσάμηδων. Έτσι, είτε ως αντίβαρο για τη συζήτηση περί ελληνοαλβανικής ΑΟΖ είτε ως αυτοδύναμη παρουσία, που διεκδικεί ως συνεργαζόμενος με την κυβέρνηση Ράμα (Κόμμα Δικαιοσύνης, Ένταξης και Ενότητας-PDIU) ο τσάμικος παράγοντας έχει μια σταθερή παρουσία στα πολιτικά πεπραγμένα. Από την άλλη, τα συνήθη δημοσιεύματα και οι «ιστορικές» μελέτες στρέφουν την κοινή γνώμη στην κατεύθυνση αποσταθεροποίησης.

Από τις αρχές του χρόνου και με όχημα τη διοίκηση του Δήμου στην περιοχή της Χιμάρας έχει ξεκινήσει μια ένταση με τον μη αναγνωρισμένο επίσημα ελληνικό πληθυσμό της περιοχής (Δρυμάδες, Βουνό, Χιμάρα). Ο Γιώργος Γκόρος, με όνομα πατρός Σωκράτης (με ελληνική υπηκοότητα από το 2014) ως δείγμα γενιτσαραγά, δήμαρχος της Χιμάρας με την αμέριστη υποστήριξη του Ράμα και του πρώην ντόπιου «Αλβανού» «σοσιαλιστή» βουλευτή Κότσο Κοκδήμα, ο οποίος αρνείται την ελληνικότητα της περιοχής, επιδιώκει με ένα σμπάρο δυο τρυγόνια: αφενός να προχωρήσει στην αφαίρεση 123 περιουσιών Ελλήνων της περιοχής οι οποίοι εξαιρέθηκαν από το δικαίωμα νομιμοποίησης των τίτλων ιδιοκτησίας τους (με όχημα έναν περίπου ιδιώνυμο νόμο, που εξαιρεί την περιοχή) κι από την άλλη έχει επιδοθεί στην τουριστική αξιοποίηση της «αλβανικής ριβιέρας», σχέδιο που ήδη είχε ξεκινήσει ο πολύς Μπερίσα εδώ και κάποια χρόνια. Ο τελευταίος είχε προχωρήσει στη διοικητική διάσπαση της περιοχής μέσω του αλβανικού «Καλλικράτη», αφού τη χώρισε σε δύο περιφέρειες.
Όλα αυτά συμβαίνουν σε μια περίοδο όπου και τα σύνορα της Αλβανίας αποτελούν ευρωπαϊκά σύνορα, κλειστά για τους κατατρεγμένους πρόσφυγες, φυλασσόμενα μέχρι και από την ιταλική αστυνομία υπό τον φόβο της εισόδου τρομοκρατών. Ταυτοχρόνως η Τουρκία, συνεχίζοντας την πολιτική στην «πίσω αυλή» της, έχοντας ευρύ δίκτυο θρησκευτικών ιδρυμάτων ήδη από την εποχή Φετουλάχ Γκιουλέν, επενδύει σε ένα μεγάλο τέμενος-πολυχώρο: χώρος προσευχής, αίθουσα συνεδριάσεων, βιβλιοθήκη, αίθουσα εκθέσεων, καθώς και χώρος στάθμευσης αυτοκινήτων σε μια περιοχή με εμβαδόν πάνω από 10 στρέμματα. Τον χώρο εγκαινίασε ο ίδιος ο Ταγίπ Ερντογάν, χρηματοδοτήθηκε από το ίδρυμα ντιγιανέτ και θα είναι ένα από τα μεγαλύτερα τεμένη στα Βαλκάνια. Έτσι, ενώ από τη μια η Αλβανία επίσημα τάσσεται κατά της τζιχαντιστικής τρομοκρατίας, από την άλλη εκουσίως λειτουργεί υπέρ αυτής.

Τέλος, η ολοένα και μεγαλύτερη προσπάθεια της κεντρικής πολιτικής σκηνής ώστε η Αλβανία να αποτελέσει βραχίονα του ΝΑΤΟ και των ΗΠΑ, θα κοστίζει 12% επιπλέον στους Αλβανούς πολίτες για τις στρατιωτικές δαπάνες, ενώ ο Ράμα δήλωσε, επίσημα, ότι η χώρα είναι έτοιμη να φιλοξενήσει βάση του ΝΑΤΟ. Ως αυτοδιορισμένος εκπρόσωπος της βαλκανικής ευρωατλαντικής οικογένειας, δήλωσε ότι επιθυμεί την ένταξη του Κοσσυφοπεδίου, του Μαυροβουνίου και της ΠΓΔΜ (που εκκρεμεί λόγω ελληνικού βέτο) στο ΝΑΤΟ. Η προσπάθεια για την προνομιακή θέση υποτελούς στο ΝΑΤΟ διανθίζεται κι από τη δράση «καταπολέμησης της τρομοκρατίας» αφού το ΝΑΤΟ προβλέπεται να ιδρύσει κέντρο πληροφοριών στα Τίρανα. Το ενδιαφέρον άλλωστε του δυτικού παράγοντα για τα Βαλκάνια είναι «οι οικονομικές μεταρρυθμίσεις και η πάταξη της διαφθοράς».

Ο πολύπαθος αλβανικός λαός βρίσκεται σε κατάσταση επιδεινούμενης ένδειας αφού τα δάνεια από το ΔΝΤ και την Παγκόσμια Τράπεζα μόλις καταφέρνουν να κρατούν την οικονομία για τις πληρωμές συντάξεων και μισθών, καθώς και επενδύσεις που υποστηρίζουν δραστηριότητες ημετέρων, δίπλα στην πραγματική οικονομία των μεταναστευτικών εμβασμάτων και της, ακόμα, οικογενειακής μέριμνας. Η φοροεισπραχτική πολιτική του Έντι Ράμα έχει εξαντλήσει οικονομικά το λαό, μέρος του οποίου στρέφεται στην παραοικονομία ενισχύοντας τα κυκλώματα της διαφθοράς που έχουν μεγάλη ισχύ στο κράτος, κράτος το οποίο επίσημα «πατάσσει» τη διαφθορά. Οι χιλιάδες «αιτήσεις για τη Γερμανία» –από τους στίχους του γνωστού μας τραγουδιού του Νιόνιου– επιστρέφονται από τη γερμανική πρεσβεία, ενώ χιλιάδες, που είχαν κάνει αιτήσεις ασύλου, απελάθηκαν μετά την αλλαγή πλεύσης της Μέρκελ το περασμένο φθινόπωρο.

Μοναδικές γέφυρες των δύο λαών, η ελληνική μειονότητα, οι μετανάστες στην Ελλάδα που ζουν εδώ ή επιστρέφουν έχοντας ζήσει και τις καλές πλευρές της ελλαδικής κοινωνίας, κάποιες προσπάθειες της Αρχιεπισκοπής, καθώς και λίγοι άνθρωποι της δημοσιογραφίας, της τέχνης και του πνεύματος στην Αλβανία, που προσπαθούν να αμβλύνουν τις εντάσεις που δημιουργούνται. Ο δρόμος για την ειρήνευση, συνεργασία και ευημερία στην περιοχή του ηφαιστείου του Αίμου είναι μακρύς.

 

Πηγή