Τι λέει η αμερικανική εταιρία αναλύσεων για τις προθέσεις του Αμερικανού προέδρου να επαναπροσδιορίζει τη θέση των ΗΠΑ στον κόσμο

Προ ημερών, ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τράμπ ανέβηκε στο βήμα της Γενικής Συνέλευσης των Ηνωμένων Εθνών για την πρώτη του ομιλία, ενώπιον του σώματος των ηγετών του πλανήτη. Η ομιλία του – που θύμιζε κάπως την ομιλία που είχε κάνει τον Ιανουάριο στην ορκωμοσία του-  ήταν το μήνυμά του προς τον κόσμο για το πώς θα έπρεπε να είναι η αμερικανική εξωτερική πολιτική υπό το δόγμα «Πρώτα η Αμερική». ΟΙ πρώτοι μήνες της προεδρίας Trump, ήταν γεμάτοι με ψιθύρους, φήμες και κουτσομπολιά ότι ο νέος πρόεδρος θα άλλαζε ριζικά τη σχέση των Ηνωμένων Πολιτειών με τα παγκόσμια θεσμικά όργανα και τους συμμάχους του. Υπήρξαν ακόμη δημοσιεύματα ότι είχαν ετοιμαστεί οι σχετικές εκτελεστικές εντολές για το πάγωμα των διαπραγματεύσεων σε πολυμερείς συνθήκες και για τη μείωση αμερικανικής της χρηματοδότησης σε διεθνείς οργανισμούς. Οι εντολές αυτές δεν πέρασαν ποτέ. Οι Ηνωμένες Πολιτείες παρέμειναν, αν και μερικές φορές διστακτικά, πιστές στις παγκόσμιες δεσμεύσεις τους.

Οι συζητήσεις στις Ηνωμένες Πολιτείες αναφορικά με το αν θα πρέπει να έχουν μια εξωτερική πολιτική απομονωτισμού, παθητική ή ενεργή, για το αν θα πρέπει λειτουργούν σε ένα πολυμερές, διμερές ή μονομερές πλαίσιο, και για το τι σημαίνει ακριβώς το “Πρώτα η Αμερική”, υπάρχουν από την ίδρυση της χώρας και θα εξακολουθήσουν και μετά, αφότου ο Τραμπ θα εγκαταλείψει το Οβάλ Γραφείο. Όμως, ανεξάρτητα από το ποιος είναι πρόεδρος, ο ρόλος της χώρας στο παγκόσμιο σύστημα απαιτεί να διαδραματίσει βασικό ρόλο στις υποθέσεις του πλανήτη. Η ομιλία του Τραμπ αντανακλούσε αυτήν την πραγματικότητα.

Στο επίκεντρο των όσων ανέφερε ο Τραμπ βρέθηκαν τα σχόλια που απευθύνονταν στον Βορειοκορεάτη ηγέτη KimJongUn(τον οποίο αποκάλεσε “RocketMan”), στον πρόεδρο της Συρίας Μπασάρ αλ Ασάντ και στην κυβέρνηση του Ιράν. Ο Τράμπ έδωσε έμφαση στην παγκόσμια απειλή της Βόρειας Κορέας μέσω των πυρηνικών προγραμμάτων και βαλλιστικών πυραύλων και είπε ότι τόσο η κυβέρνησή του όσο και ο ίδιος ο Κιμ είναι σε «αποστολή αυτοκτονίας» και ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι πρόθυμες να «καταστρέψουν εντελώς τη Βόρεια Κορέα». Η ρητορική του Αμερικανού προέδρου είχε σχεδιαστεί για να δικαιολογήσει το ενδεχόμενο χρήσης στρατιωτικής δράσης στο μέλλον, αλλά ο Τράμπ ήταν ξεκάθαρος όταν έλεγε ότι είναι δουλειά των Ηνωμένων Εθνών να διασφαλίσουν ότι δεν χρειάζεται κάτι τέτοιο, ευχαριστώντας τα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας, ιδιαίτερα την Κίνα και τη Ρωσία , για το ρόλο τους στην υποστήριξη των νέων κυρώσεων κατά της Πιονγιάνγκ.

Ο Τραμπ επίσης εμφανίστηκε σκληρός απέναντι στο Ιράν. Αναμενόμενο. Ο Λευκός Οίκος βρίσκεται υπό επανεξέταση της συνολικής πολιτικής του έναντι του Ιράν και της συμφωνίας για τα πυρηνικά, την οποία ο Τραμπ αποκαλεί “όνειδος για τις Ηνωμένες Πολιτείες”. Περιέγραψε επίσης το Ιράν ως “δολοφονικό κράτος”, αναφέροντας ότι επιδίωκε τον “θάνατο και την καταστροφή”. Με αυτό τον τρόπο, ο Trumpκατέστησε σαφές ότι έρχεται μια σκληρότερη περιφερειακή πολιτική εναντίον του Ιράν, παρά το γεγονός ότι θα μπορούσε να αποφασίσει ότι είναι προς το συμφέρον των Ηνωμένων Πολιτειών να διατηρήσει τη συμφωνία πυρηνικής ενέργειας (το Αμερικανικό Υπουργείο Εξωτερικών θα επικυρώσει την απόφαση τον Οκτώβριο). Ομοίως, ο Τράμπ επέκρινε το “εγκληματικό καθεστώς” του alAssadτης Συρίας ενώ δικαιολόγησε το αμερικανικό χτύπημα τον Απρίλιο εναντίον βάσης που χρησιμοποιείτο για την ανάπτυξη χημικών όπλων εναντίον αμάχων. Ο Τράμπ επαίνεσε αρκετές δυνάμεις της Μέσης Ανατολής, πρώτη εξ αυτών τη Σαουδική Αραβία, για τις προσπάθειές τους κατά του «ριζοσπαστικού ισλαμικού τρόμου». Η Ιορδανία, η Τουρκία και ο Λίβανος ξεχώρισαν επίσης για το ρόλο τους στην στήριξη και φιλοξενία προσφύγων από τη Συρία.

Πιο κοντά στις ΗΠΑ, ο Τράμπ επέκρινε την Κούβα και τη Βενεζουέλα. Είπε ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν θα άρουν τις κυρώσεις έως ότου γίνουν “βασικές μεταρρυθμίσεις” στην Κούβα και ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες προτίθενται να επιβάλουν πρόσθετες κυρώσεις στη Βενεζουέλα για τα βάσανα και την ταλαιπωρία που έχει προκαλέσει ο πρόεδρος NicolasMaduroστον λαό της Βενεζουέλας.

 

Η εικόνα του Trumpως εθνικιστή κυριάρχησε καθ ‘όλη τη διάρκεια της ομιλίας. Δικαιολογώντας την αμερικανική στροφή προς τον εθνικισμό, ο Trumpυπογράμμισε ότι η επιτυχία των Ηνωμένων Εθνών εξαρτάται από την «ανεξάρτητη δύναμη των μελών της», κάτι που δανείστηκε από τον Πρόεδρο των ΗΠΑ Χάρι Τρούμαν. Ο Τραμπ επανέλαβε τη δέσμευση των ΗΠΑ για επαναδιαπραγμάτευση των παγκόσμιων εμπορικών συμφωνιών και ότι δεν θα δεχτεί πλέον αυτές που θεωρούνται μονομερείς συμφωνίες.

Εντούτοις, απούσες από την ομιλία του, ήταν η Κίνα και η Ρωσία. Με μια πρόταση, ο κ. Trumpδήλωσε ότι πρέπει να μην γίνονται αποδεκτές “οι απειλές κατά της κυριαρχίας από την Ουκρανία μέχρι τη θάλασσα της Νότιας Κίνας, χωρίς να επιπλήξει άμεσα καμιά από τις δύο χώρες. Όταν το Trumpκατέληξε στην υπογραφή οικονομικής πλατφόρμας – την επαναδιαπραγμάτευση εμπορικών συμφωνιών – δεν ανέφερε την Κίνα. Ούτε ανέφερε τη στήριξη της Ρωσίας στη συριακή κυβέρνηση.

Αναμφισβήτητα, ο Τραμπ θα ήθελε να είχε προσεγγίσει πολλά από αυτά τα ζητήματα σε διμερές επίπεδο κατά τους πρώτους οκτώ μήνες της θητείας του. Ωστόσο, ο παγκοσμιοποιημένος κόσμος έχει εμπλέξει γρήγορα και με συνέπεια και άλλες δυνάμεις σε κάθε ζήτημα. Θα ήθελε να διαπραγματευτεί γρήγορα και σκληρά, όταν αντιμετωπίζει την Κίνα για ζητήματα εμπορικά και αυτά σχετίζονται με την πνευματική ιδιοκτησία, αλλά η Κίνα αποτελεί έναν σημαντικό εταίρο με τον οποίο θα πρέπει να διαπραγματευτεί, για την αντιμετώπιση της κρίσης στη Βόρειο Κορέα. Και ενώ μπορεί να θέλει να αποσυρθεί από την πυρηνική συμφωνία με το Ιράν, η αντίδραση από τους ευρωπαίους συμμάχους του θα είναι γρήγορη, για να μην αναφέρουμε ότι (το Ιράν) θα στείλει μήνυμα στην Πιονγιάνγκ ότι ακόμη και μια λύση με τις Ηνωμένες Πολιτείες για το πάγωμα του πυρηνικού προγράμματος ενδεχομένως να μη  διαρκέσει επ ‘αόριστον. Και έτσι θα αντιμετωπίσει όχι μία, αλλά με δύο πυρηνικές κρίσεις.

Καμία από αυτές τις εμπλοκές δεν πρόκειται να γίνει πιο εύκολη. Η ομιλία του Τραμπ στον ΟΗΕ, παρά τον εθνικιστικό της τόνο, έριξε φως στις πολλές προκλήσεις που αντιμετωπίζει. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο Λευκός Οίκος ήθελε να επικεντρωθεί στον επαναπροσδιορισμό του ρόλου των Ηνωμένων Πολιτειών στα Ηνωμένα Έθνη και στον κόσμο. Η γεωπολιτική, ωστόσο, έχει θέσει τα όρια για αυτόν τον ρόλο. Ο Τραμπ προσπαθεί τώρα να καθορίσει την πολιτική του “Πρώτα η Αμερική” σε αυτό το πλαίσιο.