Σε επίπεδο μυστικών υπηρεσιών

Από τον Scott Stewart, Αντιπρόεδρο του τμήματος Αναλύσεων τακτικής της Αμερικανικής εταιρείας αναλύσεων

Η πρόσφατη επίθεση εναντίον του πρώην αξιωματικού των ρωσικών μυστικών υπηρεσιών,  Serghei Skripal στο Ηνωμένο Βασίλειο ενέτεινε μόνο την ένταση μεταξύ Ρωσίας και Δύσης. Στις 26 Μαρτίου, οι Ηνωμένες Πολιτείες έδωσαν εντολή για απέλαση 60 Ρώσων διπλωματών, κλείνοντας το Γενικό Προξενείο της Ρωσίας στο Σηάτλ, την ώρα που πολλά άλλα ευρωπαϊκά κράτη και σύμμαχοι της Βρετανίας έκαναν το ίδιο. Η Ρωσία απάντησε με το ίδιο νόμισμα, απελαύνοντας 60 Αμερικανούς διπλωμάτες (καθώς και από αρκετές άλλες χώρες), κλείνοντας το Αμερικανικό Γενικό Προξενείο στην Αγία Πετρούπολη. Εάν η Ουάσιγκτον και το Λονδίνο επιβάλλουν νέες κυρώσεις ή (επιβάλλουν) την επανεξέταση των θεωρήσεων βίζας, η Μόσχα θα ανταποδώσει και σε αυτά.

Σε προηγούμενη ανάλυση έγραφα για το πώς η επίθεση και οι απαντήσεις των διαφόρων χωρών θα δημιουργούσαν δυσκολίες σε επιχειρήσεις, μη κυβερνητικούς οργανισμούς και δημοσιογράφους που δραστηριοποιούνται στη Ρωσία. Ωστόσο, τα αντίποινα και από τις δύο πλευρές θα έχουν και σημαντικές επιπτώσεις σε επιχειρήσεις κατασκοπίας και αντικατασκοπίας και στις δύο πλευρές της αντιπαράθεσης, πυροδοτώντας έτι περαιτέρω το ήδη τεταμένο κλίμα.

Η μυστική πλευρά των πρεσβειών

Αν και ο μέσος πολίτης μπορεί να σκέφτεται ότι οι πρεσβείες εξυπηρετούν πρωτίστως σε επίπεδο διπλωματικό, εμπορικό και προξενικό, αποτελούν επίσης σημαντικό βοήθημα για οργανισμούς των μυστικών υπηρεσιών. Ουσιαστικά, κάθε χώρα στον πλανήτη χρησιμοποιεί διπλωματικές υπηρεσίες, όπως τις πρεσβείες, για την εκτέλεση αποστολών που σχετίζονται με τις μυστικές υπηρεσίες. Αντίθετα, οι κυβερνήσεις τις χρησιμοποιούν για να τοποθετούν αξιωματούχους μυστικών υπηρεσιών υπό την προστασία της διπλωματικής ασυλίας. Σε επίπεδο άμυνας, εστιάζουν τις προσπάθειές τους ως προς την αντικατασκοπεία στην παρακολούθηση γνωστών και ύποπτων αξιωματικών μυστικών υπηρεσιών που βρίσκονται σε θέσεις ξένων διπλωματικών αρχών.

Μετά τα πρόσφατα γεγονότα, όλα τα εμπλεκόμενα μέρη, αλλά κυρίως οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Ρωσία, και μόνο λόγω του αριθμού των εμπλεκόμενων υπαλλήλων, θα δουν τις πρακτικές επιπτώσεις, τόσο στις επιχειρήσεις κατασκοπείας όσο και σε αυτές της αντικατασκοπείας. Πράγματι, οι περισσότεροι από τους απελαθέντες διπλωμάτες ήταν πιθανόν υπάλληλοι μυστικών υπηρεσιών με επίσημη κάλυψη, με την απώλειά τους να ασκεί μεγάλη πίεση σε αυτούς που παραμένουν. Υπάλληλοι μυστικών υπηρεσιών χωρίς επίσημη κάλυψη ή διπλωματική ασυλία – γνωστοί ως υπάλληλοι με μη-επίσημη κάλυψη (NOC) στις Ηνωμένες Πολιτείες και ως παράνομοι στη ρωσική ορολογία κατασκοπείας – θα βρίσκονται σε ιδιαίτερα μειονεκτική θέση, επειδή θα είναι γενικά πιο ευάλωτοι.

Θα περιμένουμε ότι οι εν λόγω αξιωματικοί των μυστικών υπηρεσιών θα αυξήσουν τη δραστηριότητά τους σε Ρωσία και Ηνωμένες Πολιτείες, καθώς αναλαμβάνουν μεγαλύτερο έργο, στρατολογώντας περισσότερους νέους πράκτορες και φροντίζοντας τους ήδη υπάρχοντες. Οι κατάσκοποι τους οποίους χειρίζονταν οι απελαθέντες αξιωματικοί των μυστικών υπηρεσιών θα βασίζονται περισσότερο σε συγκεκαλυμμένες μεθόδους επικοινωνίας και όχι σε προσωπικές συναντήσεις μαζί τους. Στο μεταξύ, οι NOCκαι οι «παράνομοι» αξιωματικοί θα χειριστούν οτιδήποτε απαιτεί προσωπική επαφή. Η Ουάσιγκτον και η Μόσχα μπορεί επίσης να αναπτύξουν επιπλέον NOCκαι «παρανόμους» για να βοηθήσουν.

Ρίχνουν λάδι στη φωτιά

Από την άποψη της αντικατασκοπείας, οι απελάσεις αποδεσμεύουν σημαντικούς πόρους. Οι ρωσικές και αμερικανικές υπηρεσίες αντικατασκοπείας έχουν πλέον 60 λιγότερους ανθρώπινους στόχους και μία λιγότερη υπηρεσία να παρακολουθούν, πράγμα που σημαίνει ότι μπορούν να αφιερώσουν τα «εργαλεία» τους, όπως πράκτορες, ομάδες παρακολούθησης και τεχνολογία σε άλλες προτεραιότητες. Μπορούν να παρακολουθούν πιο διεξοδικά γνωστούς στόχους και να κυνηγούν πιο δυναμικά αξιωματικούς που δεν απολαμβάνουν επίσημη κάλυψη ή διπλωματική ασυλία.

Όλη αυτή η αυξημένη κατασκοπευτική και αντικατασκοπευτική δράση θα διαιωνίζεται, ενισχύοντας την πίεση σε Ρωσία και Δύση να ανακαλύψει τι κάνει ο άλλος, – ειδικά όταν πρόκειται για τον εντοπισμό στρατολογήσεων. Πράγματι, πιστεύω ότι οι Ρώσοι οδηγήθηκαν στην επίθεση εναντίον του Σεργκέι Σπρίπαλ λιγότερο για αντίποινα και περισσότερο για να στείλουν ένα μήνυμα στους τωρινούς αξιωματικούς μυστικών υπηρεσιών ότι εάν προδώσουν τη Ρωσία, τίποτα δεν μπορεί να τους σώσει.

Μόλις NOC και οι «παράνομοι» αξιωματικοί αρχίσουν να αυξάνουν τη δραστηριότητά τους και οι υπηρεσίες αντικατασκοπείας αποκτούν περισσότερα στοιχεία για να τους κυνηγούν, είναι πιθανόν όλο και περισσότεροι από αυτούς να εντοπίζονται και να συλλαμβάνονται. Όπως συνέβη το 2010 με την αμερικανική επιχείρηση  που σταμάτησε ρωσική επιχείρηση των μυστικών υπηρεσιών που αφορούσε «παράνομους» αξιωματικούς, είναι πιθανό να δοθεί μεγάλη δημοσιότητα στις συλλήψεις αυτές και σχεδόν σίγουρα να οδηγήσουν σε τύπου Ψυχρού πολέμου ανταλλαγή πρακτόρων.

Ενώ πολλές από τις δράσεις που γίνονται στη μάχη των μυστικών υπηρεσιών μεταξύ Δύσης και Ρωσίας είναι αμοιβαίες, όπως οι απελάσεις, οι συλλήψεις και ακόμη και η παρακολούθηση και η παρενόχληση διπλωματών, ο χώρος που διενεργούνται δεν είναι απόλυτα ομοιόμορφος. Η Δύση διατηρεί το πλεονέκτημα της τεχνικής κατασκοπείας (αν και η Ρωσία έχει σημειώσει πρόοδο από την ανάληψη των καθηκόντων του Προέδρου Βλαντιμίρ Πούτιν), ενώ η Ρωσία, με χαλαρότερα δικαιώματα ιδιωτικότητας και διευρυμένη πρόσβαση στα δεδομένα, απολαμβάνει ένα ξεχωριστό πλεονέκτημα στο εσωτερικό, όταν πρόκειται για επιχειρήσεις αντικατασκοπείας. Οι αξιωματικοί των δυτικών μυστικών υπηρεσιών πρέπει να παίξουν με τους “κανόνες της Μόσχας” στο εχθρικό περιβάλλον της Ρωσίας, την ώρα που οι Ρώσοι στη Δύση βιώνουν μια σχετική ελευθερία.

Το κόστος για τους πολίτες

Οι πολίτες που πιάνονται στον αυξανόμενο αυτόν πόλεμο των μυστικών υπηρεσιών μπορούν να περιμένουν να υποστούν ολοένα και μεγαλύτερο εξονυχιστικό έλεγχο, ιδίως οι επιχειρηματίες που ταξιδεύουν, οι τουρίστες, οι εργαζόμενοι σε μη κυβερνητικούς οργανισμούς και οι δημοσιογράφοι. Οι υπηρεσίες ασφαλείας στη Δύση θα εστιάσουν περαιτέρω στους ταξιδιώτες από τη Ρωσία, και το ίδιο θα κάνει και η Ρωσία στους ταξιδιώτες από τη Δύση. Ωστόσο, ακόμη και εκείνοι με άλλες εθνικές ταυτότητες θα τεθούν στο στόχαστρο των υπηρεσιών ασφαλείας, καθώς οι αξιωματικοί των μυστικών υπηρεσιών συχνά χρησιμοποιούν ταυτότητες τρίτων χωρών, προσπαθώντας να κάνουν τους  πράκτορες της αντικατασκοπείας να χάσουν τα ίχνη τους. Για παράδειγμα, από τους 11 Ρώσους παράνομους πράκτορες που πιάστηκαν από το FBIτο 2010, τέσσερις ισχυρίστηκαν ότι είχαν καναδική υπηκοότητα, τέσσερις αμερικανική, δύο περουβιανή και ένας βρετανική.

Τα άτομα που θεωρούνται ύποπτα ως αξιωματικοί μυστικών υπηρεσιών θα παρακολουθούνται, το ίδιο και οι ηλεκτρονικές επικοινωνίες τους. Η τοπική υπηρεσία αντικατασκοπείας μπορεί επίσης να ανακρίνει απευθείας ύποπτους, σε μια εμφανή προσπάθεια είτε να τους ταρακουνήσει είτε να τους επισημάνει ότι βρίσκονται στο μικροσκόπιο. Οι ύποπτοι αξιωματικοί μυστικών υπηρεσιών ή οποιοσδήποτε άλλος που ενδιαφέρει τις ρωσικές μυστικές υπηρεσίες μπορεί να περιμένει την προσέγγιση από ανθρώπους που θα προσπαθήσουν να προκαλέσουν σωματική έλξη, άσχετα από το φύλο και τον προσανατολισμό τους. Και τα δωμάτια των ξενοδοχείων των επισκεπτών από τη Δύση στη Ρωσία πιθανότατα  θα παρακολουθούνται από κλειστό κύκλωμα για εικόνα και ήχο.

Αυτή η πραγματικότητα θα αποτελέσει ένα επιπλέον επίπεδο δυσκολίας για τους διευθυντές ασφάλειας των εταιρειών που είναι σπόνσορες του Παγκοσμίου κυπέλλου ποδοσφαίρου ή που στέλνουν υψηλόβαθμα στελέχη στη Ρωσία για τα παιχνίδια. Και οι ξένοι ταξιδιώτες στις Ηνωμένες Πολιτείες, το Ηνωμένο Βασίλειο και τις χώρες του ΝΑΤΟ θα υποστούν πρόσθετο έλεγχο, στην περίπτωση που το προφίλ τους θα μπορούσε να τους κάνει να φαίνονται Ρώσοι παράνομοι. Δυτικές εταιρείες και οργανισμοί που δραστηριοποιούνται στη Ρωσία, αντίστοιχα και από τη Ρωσία στη Δύση, απλά θα πρέπει να προσαρμοστούν σε αυτόν τον νέο πόλεμο μυστικών υπηρεσιών, επειδή οι προκλήσεις που συνδέονται με αυτόν τον πόλεμο γίνονται γρήγορα η νέα κανονικότητα.