Νίκη ή πισωγύρισμα η απαγόρευση της μπούρκας στη Γερμανία;

Η Ευρώπη κουνάει μαντίλα

Γράφει ο Στέφανος Βιτωράτος

«Το πλήρες πέπλο δεν είναι αποδεκτό στη χώρα μας και πρέπει να απαγορευθεί, όπου είναι νομικά δυνατό», ήταν η δήλωση της Άνγκελα Μέρκελ στο πρόσφατο συνέδριο του Χριστιανοδημοκρατικού κόμματος που κέρδισε το περισσότερο χειροκρότημα. Και κάπως έτσι, ο λαϊκισμός κερδίζει ξανά.

Δυστυχώς, η καγκελάριος της Γερμανίας, η οποία ήταν σύμφωνα με κάποιους το τελευταίο παράδειγμα φιλελεύθερου- συντηρητικού ηγέτη που δεν είχε υποκύψει ως τώρα στο λαϊκισμό, δεν κατάφερε τελικά να αντισταθεί υπό το βάρος των επερχόμενων εκλογών στη Γερμανία και την ενδυνάμωση του ακροδεξιού-αντιμεταναστευτικού- αντι-ισλαμικού AfD και έσπευσε να συσπειρώσει τη δεξιότερη πτέρυγα του κόμματός της. Αλλά η Γερμανία ειδικά, έχει βεβαρημένο παρελθόν, οπότε συμβουλή μου είναι να προσέξει πώς θα το κάνει και τι απόηχο δημιουργεί.

Σαφώς, τα ευρωπαϊκά συντάγματα αναγνωρίζουν την ανεξιθρησκία και την ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας, τουλάχιστον κατά το γράμμα τους, γι’ αυτό και η μπούρκα, το νίκαμπ και η μαντίλα θα απαγορευθούν, «όπου είναι νομικά δυνατό». Αυτή η πρακτική δεν είναι ωστόσο κάτι νέο στον ευρωπαϊκό χώρο καθώς η Γερμανία θα ακολουθήσει τον χορό που έστησε η Γαλλία και ακολούθησαν το Βέλγιο, η Βουλγαρία, η Ελβετία και η Ολλανδία λίαν προσφάτως. Σε κάθε μία απ’ τις παραπάνω περιπτώσεις, η δικαιολογητική έκθεση βασιζόταν σε λόγους ασφάλειας και προστασίας της δημόσιας τάξης, οι οποίοι κατά την προσωπική μου άποψη είναι προσχηματικοί. Το ζήτημα είναι περισσότερο κοινωνικό και πολιτικό.

Αφουγκράζονται άραγε αυτοί οι νόμοι τον παλμό της κοινωνίας που μοιάζει να συντηρητικοποιείται; Μήπως είναι νόμοι-αντίποινα για τις πρόσφατες τρομοκρατικές επιθέσεις και την προσφυγική κρίση; Άλλοι θα πουν ναι, άλλοι όχι, το σίγουρο όμως είναι ότι , πάνε την Ευρώπη βήματα πίσω απ’ αυτά που μέχρι τώρα θεωρούσαμε κεκτημένα. Και αυτό γιατί;

 

 

Επικρατεί μια μεγάλη πλάνη στην Ευρώπη ότι οι συντηρητικές θρησκευτικές ιδέες, και ειδικότερα αυτές εξ ανατολής, οδηγούν απαραίτητα στην πολιτική ριζοσπαστικοποίηση και επομένως στην τρομοκρατία και τον ένοπλο αγώνα εναντίον των αλλόθρησκων, δίνοντας πάτημα να αναπτυχθούν έτσι η ξενοφοβία και η Ισλαμοφοβία πιο συγκεκριμένα, όπως είναι ο νέος όρος που ακούγεται. Έτσι, βάζουμε στο ίδιο τσουβάλι 1,7 δισεκατομμύρια μουσουλμάνους που ζουν σ’ αυτό τον πλανήτη, με κάποιους μεμονωμένους φονταμενταλιστές.

Και το χειρότερο, είναι ότι η παραπάνω πλάνη οδηγεί σε μία δεύτερη: ότι πρέπει να αντιμετωπίζουμε τη θρησκεία, σε επίπεδο κράτους, μ’ ένα απαραιτήτως πιο φιλελεύθερο πνεύμα. Καταφέραμε μετά από χρόνια να αποβάλουμε την υποκριτική θεοκρατία, αλλά σε πολλές περιπτώσεις το κάναμε υποχρεώνοντας τελικά τους θρησκευόμενους ανθρώπους, περισσότερο ή λιγότερο, να αποδεχθούν τις αρχές της κοσμικής μας κοινωνίας και τελικά να τους καταπιέζουμε.

Σπεύδω να προλάβω πολλούς που θα πουν ότι «εμείς καταπιέζουμε αυτούς τους ανθρώπους ή αυτές τις γυναίκες ειδικότερα (μιας και μιλάμε για την μπούρκα) περισσότερο από ότι η ίδια τους η θρησκεία;» Και εδώ θα κάνουμε ένα διαχωρισμό. Θα διαχωρίσουμε για την οικονομία του συγκεκριμένου άρθρου την καταπίεση αυτή σε εσωτερική και εξωτερική.

Η εσωτερική, είναι αυτή που τους επιβάλλεται από τα θρησκευτικά τους κείμενα και πρακτικές, που άλλοι επιλέγουν ή για άλλους έχει ήδη επιλεγεί. Είναι γεγονός ότι ορισμένες θρησκείες έχουν ενσωματωμένες στη διδασκαλία τους τις διακρίσεις βάσει θρησκείας, φύλου, σεξουαλικότητας και σίγουρα μπορούμε να τις κουβεντιάσουμε, να τις κριτικάρουμε για ώρες. Αλλά ας το αφήσουμε για άλλη στιγμή.

Εξωτερική, από την άλλη, είναι αυτή που ο κοινωνικός περίγυρος ασκεί. Και με αυτή θα ασχοληθούμε εδώ. Η μαντίλα, ή όποια άλλη μορφή μουσουλμανικής ενδυμασίας, είναι και για τα προσωπικά μου πιστεύω ένα σύμβολο καταπίεσης, αναίτιας διάκρισης κατά των γυναικών και κατά συνέπεια, οπισθοδρόμησης για τα κεκτημένα ανθρώπινα δικαιώματα. Πώς όμως εμείς θα έρθουμε ως εξωτερικοί παράγοντες να επιβάλλουμε την αφαίρεση της; Είναι άλλο πράγμα η καταπίεση εκ των έσω λοιπόν, αυτή που η ίδια τους η θρησκεία επιβάλλει και διαφορετική η εξωτερική, αυτή που προέρχεται από το κοινωνικό περιβάλλον.

Γιατί λοιπόν επιλέγουν το ένα μετά το άλλο τα ευρωπαϊκά κράτη να γίνουν οι ίδιοι καταπιεστές σαν κι αυτούς που αντιμάχονται; Το να καθορίζεις την αμφίεση των γυναικών είναι έτσι κι αλλιώς περιορισμός του δικαιώματος τους να ντύνονται όπως οι ίδιες επιθυμούν. Και δεν είναι λίγες εκείνες που συνειδητά επιλέγουν τη μαντίλα.

 

 

Και δε σκέφτεται κάποιος ότι το να προωθούμε τέτοιου τύπου νόμους, πέρα απ’ την προαναφερθείσα καταπίεση, δίνει την εντύπωση ότι στοχοποιούμε και περιθωριοποιούμε τις μουσουλμανικές μειονότητες και άρα οδηγούμε στη ριζοσπαστικοποίηση περισσότερων που νιώθουν την καταπίεση και θέλουν να την καταπολεμήσουν με όποιο τρόπο; Επομένως, την απειλή της τρομοκρατίας και τους λόγους ανασφάλειας που επικαλούμαστε, εν πολλοίς φέρουμε ένα μερίδιο ευθύνης για τη δημιουργία τους.

Προσωπικά, είμαι υπέρμαχος της κοσμικότητας του κράτους και σε καμία περίπτωση της αρνητικής διακριτικής μεταχείρισης μερίδας πολιτών, οι οποίοι κατά τα λοιπά υπακούουν στους θεσπισμένους νόμους. Η πολιτεία μας, είναι αναγκαίο να σέβεται και να διευκολύνει όλες τις θρησκευτικές μειονότητες (καθολικούς, διαμαρτυρόμενους, μουσουλμάνους, εβραίους κ.ά.), ώστε να μπορούν να ασκούν ελεύθερα τα θρησκευτικά τους καθήκοντα, στο βαθμό που δεν προσβάλλουν τη δημόσια τάξη ή τα χρηστά ήθη. Η προσωπική και η θρησκευτική ελευθερία δεν είναι κάτι το οποίο μένει γραμμένο σε κάποιο άρθρο του Συντάγματος, αλλά οφείλουμε να τις προασπίζουμε ατομικά, καθημερινά και έμπρακτα. Εξάλλου, ακριβώς η θρησκευτική ελευθερία, είναι μια απ’ τις αξίες που έκανε την Ευρώπη αυτό που είναι και έβαλε τέλος σε αιώνες θηριωδιών που γίνονταν στο όνομα αντιμαχόμενων θρησκειών. Ας δεχθούμε απλά ότι οι θρησκείες έχουν διαφορές και ότι κάθε πιστός θεωρεί τη δική του αλήθεια ως τη μία και μοναδική.

Για εμένα, ο στόχος είναι, αντί να επιδιδόμαστε σ’ ένα κυνήγι θρησκευτικών μαγισσών, δήθεν υπεύθυνων για την τρομοκρατική απειλή, να επιχειρήσουμε να πετύχουμε την ανοχή και την αρμονική συμβίωση ανάμεσα στην κοσμική πλειονότητα και τη θρησκευτική μειονότητα. Αυτό θα ήταν μια καλή αρχή.

Πηγή