H επίμονη απόκλιση της Ευρώπης από τις ΗΠΑ και το Ηνωμένο Βασίλειο

Στην ηπειρωτική Ευρώπη το βραβείο λογικής

Του Leonid Bershidsky

Συνάντησα τον Robert Barnes, δικηγόρο του Λας Βέγκας, στη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας των ΗΠΑ το 2016. Πολύ πριν από οποιονδήποτε άλλο γνωρίζω, είχε στοιχηματίσει –κυριολεκτικά, μέσα από βρετανικές εταιρείες στοιχηματισμού- υπέρ του Brexit και της νίκης του Donald Trump. Από αυτά τα στοιχήματα κατάφερε κέρδισε εκατοντάδες χιλιάδες δολάρια για λογαριασμό του αλλά και για λογαριασμό των πελατών που συμβούλευσε. Στις γαλλικές εκλογές της Κυριακής, ωστόσο, λέει ότι μετά βίας ήρθε στα λεφτά του.

Ο Barnes στοιχημάτισε ότι στο δεύτερο γύρο θα αναμετρούνταν ο προοδευτικός κεντρώος Emmanuel Macron και ο ακροαριστερός Jean-Luc Mélenchon. Στο 20-1, θεωρούσε πως η αναλογία κινδύνου προς απόδοση άξιζε. Και πολλά στοιχεία, πέραν των δημοσκοπήσεων, έδιναν ολοένα περισσότερους πόντους στον Mélenchon, όπως ακριβώς συνέβη με το Brexit και τον Trump: οι καταχωρίσεις στο Facebook, το Twitter και το YouTube, οι αναφορές στα ΜΜΕ, οι αναζητήσεις στο Google. Και έπειτα, μια Κυριακή πρωί, έχοντας παρατηρήσει τις τάσεις αναζήτησης στο Google, ο Barnes έβαλε ένα ξεχωριστό στοίχημα ότι ο Macron θα κέρδιζε τον πρώτο γύρο. Με αυτόν τον τρόπο απέφυγε οριακά την απώλεια.

Το ποντάρισμα στους “μαύρους κύκνους” και στις ψήφους διαμαρτυρίας μπορεί να είναι επικερδές. Όπως φαίνεται, όμως, μόνο το Ηνωμένο Βασίλειο και οι ΗΠΑ, δύο χώρες όπου η ελίτ αντιμετώπιζε από καιρό περιφρονητικά την ηπειρωτική Ευρώπη, κατάφεραν να προκαλέσουν αναστάτωση με πολιτικές εκπλήξεις στον τρέχοντα εκλογικό κύκλο. Το θέτω ευγενικά… πολλοί θα έλεγαν πως έκαναν ανόητες, ενδεχομένως καταστροφικές, επιλογές. Η  ασθενική παλιά Ευρώπη, το τέλος της οποίας αποτελούσε ξανά και ξανά αντικείμενο πρόβλεψης καθώς η Ευρωπαϊκή Ένωση διένυε μια παρατεταμένη περίοδο ύφεσης, στασιμότητας, υψηλής ανεργίας, μέτριας ηγεσίας και απαισιοδοξίας, αντιστεκόταν πάντα στην έλξη των λαϊκιστών ηγετών –τόσο στο είδος των εθνικιστών, όπως η Marine Le Pen, όσο και στο είδος των ακραίων αριστερών, όπως ο Melenchon. Πριν τη Γαλλία, οι λαϊκιστές είχαν χάσει στην Αυστρία και την Ολλανδία. Μετά τη Γαλλία, είναι σχεδόν  βέβαιο ότι θα υποστούν μια ηχηρή ήττα στη Γερμανία. Το φιλελεύθερο ευρωπαϊκό σχέδιο δεν επιβιώνει απλά για να δώσει την επόμενη μάχη, όπως απρόθυμα έχουν παραδεχτεί ορισμένοι ειδήμονες. Εξακολουθεί να γιορτάζει αυτό που οι ξένοι χλευάζουν ως αδυναμία.

Είναι άσκοπο να προσθέσει κανείς τις ψήφους που πήραν τα ακραία στοιχεία την Κυριακή. Η Le Pen συν τον Mélenchon δεν είναι σαν τα μήλα με τα πορτοκάλια –οι άνθρωποι που τους ψηφίζουν πιθανότατα δεν θα μπορούσαν να περάσουν ούτε ένα τέταρτο στο ίδιο δωμάτιο χωρίς να στραγγαλίσουν ο ένας τον άλλον. Το μοτίβο στις πρόσφατες αλλά και τις τρέχουσες εκλογές  είναι πως στην προεκλογική περίοδο οι ψηφοφόροι δείχνουν τη δυσαρέσκειά τους ανεβάζοντας τους θορυβώδεις λαϊκιστές στις δημοσκοπήσεις αλλά ρίχνουν υπεύθυνα την ψήφο τους στην κάλπη. 

Ο πρώτος γύρος των γαλλικών εκλογών μοιάζει με εξιδανικευμένη δημοσκόπηση, δίνοντας την ευκαιρία στον κόσμο να κάνει εξωφρενικές ανακοινώσεις. Το 2015, το Εθνικό Μέτωπο της Le Pen τα πήγε περίφημα στον πρώτο γύρο των περιφερειακών εκλογών μόνο και μόνο για να χάσει τα πάντα στον αποφασιστικό γύρο. Το ίδιο πρόκειται να συμβεί και στην ίδια την Le Pen φέτος. Αναμένεται να συγκεντρώσει μόλις το 1/3 των ψήφων απέναντι στα 2/3 του Macron –μια ήττα, από κάθε άποψη. 

Το λέω αυτό με εύλογη βεβαιότητα διότι, σε αντίθεση με το Ηνωμένο Βασίλειο και τις ΗΠΑ και όπως συνέβη στην Ολλανδία, οι γαλλικές δημοσκοπήσεις έχουν αποδειχτεί εξαιρετικά ακριβείς. Το σαββατοκύριακο των εκλογών τοποθετούσαν τον Macron 2 μονάδες μπροστά από την Le Pen και τον Mélenchon και το συντηρητικό υποψήφιο Francois Fillon μια ανάσα πίσω από τη Le Pen. Και έτσι ακριβώς έγινε.

Εύγε στους δημοσκόπους!

​Οι γαλλικές δημοσκοπήσεις προέβλεψαν τα αποτελέσματα του α’ γύρου των εκλογών με τρομακτική ακρίβεια.

Δεν υπάρχει, κατά συνέπεια, κανένας λόγος να μην εμπιστευόμαστε τις προβλέψεις για τον δεύτερο γύρο: με την εξαίρεση μιας απρόβλεπτης καταστροφής, ο Macron αναμένεται να επικρατήσει άνετα. Και μία καταστροφή είναι εξαιρετικά απίθανη: εάν μπορούσε κάποιος να υπονομεύσει τον Macron, θα το έκανε πριν τον πρώτο γύρο, όταν ήταν πιο αδύναμος και υπήρχαν άλλες επιλογές για τους μετριοπαθείς ψηφοφόρους.

Η ακρίβεια των δημοσκοπήσεων είναι ένας από τους τρόπους που η ηπειρωτική Ευρώπη δείχνει πιο φυσιολογική από τις αγγλόφωνες χώρες. Τόσο η γαλλική, όσο και η ολλανδική προεκλογική εκστρατεία χαρακτηρίστηκαν από σκληρή μάχη αλλά και “λάσπη”, αλλά κανείς δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι το αποτέλεσμά τους επηρεάστηκε από ξένες παρεμβάσεις ή επίθεση hacker.  O Macron ισχυρίζεται ότι έγιναν πολυάριθμες προσπάθειες να “χακαριστεί” η εκστρατεία του, αλλά ακόμη κι αν κάποιες ήταν επιτυχείς, δεν προκάλεσαν καμία ζημιά. Επίσης, ούτε η Γαλλία γλίτωσε από το φαινόμενο των ψευδών ειδήσεων αλλά δεν φαίνεται να έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στο αποτέλεσμα.

Αυτή η επίμονη κανονικότητα αντικατοπτρίζει την εξίσου επίμονη απόκλιση της ηπειρωτικής Ευρώπης από τις ΗΠΑ και το Ηνωμένο Βασίλειο. Η ήπειρος έχει υψηλότερες κρατικές δαπάνες και χαμηλότερη ανάπτυξη, αλλά επίσης λιγότερη ανισότητα, υψηλότερα ποσοστά αποταμίευσης και χαμηλότερο χρέος των νοικοκυριών. Οι ζωές των ανθρώπων είναι λιγότερο αβέβαιες στον πυρήνα της ΕΕ σε σχέση με τις αγγλόφωνες χώρες. Οι ψηφοφόροι στις μεγάλες ηπειρωτικές χώρες ενδέχεται να θυμώνουν και να απογοητεύονται –για παράδειγμα με την άβουλη ηγεσία του Γάλλου Προέδρου Francois Hollande ή με  την πρόσφατη εισροή προσφύγων από τη Μέση Ανατολή- αλλά δεν είναι τόσο απελπισμένοι ώστε να ψηφίσουν έναν Donald Trump ή να προκαλέσουν μια αναταραχή τύπου Brexit στις χώρες τους.

Οι χώρες του πυρήνα της ΕΕ μπορεί να βρίσκονται πίσω ως προς ορισμένες οικονομικές παραμέτρους, αλλά κερδίζουν στο διαγωνισμό της λογικής. Αυτό είναι ένα σημαντικό, και υποτιμημένο, επίτευγμα της ΕΕ: έχει καλλιεργήσει μια μη ριζοσπαστική κουλτούρα και μια μη ριζοσπαστική συναίνεση που ούτε οι ισχυρές αναταράξεις δεν μπορούν να καταστρέψουν.

Μήπως όμως το λαϊκιστικό κύμα έχει ξεφουσκώσει μόνο προσωρινά και οι Ευρωπαίοι, απογοητευμένοι με τα ίδια και τα ίδια, δώσουν μια ευκαιρία στους λαϊκιστές να κυβερνήσουν σε επόμενες εκλογές; Αυτό είναι εξαιρετικά απίθανο. Οι κεντρώοι ηγέτες θα εργαστούν για να εδραιώσουν την εξουσία και να αποδυναμώσουν τα επιχειρήματα των αντιπάλων τους. Αυτό είναι πιθανό να σημαίνει αυστηρότερες πολιτικές στα σύνορα, μεγαλύτερη πίεση ενσωμάτωσης όσων αφικνούνται και σίγουρα περισσότερο στοχευμένες πολιτικές απασχόλησης για την ενίσχυση της ασφάλειας του ψηφοφόρου. Τα ποσοστά ανεργίας στην ΕΕ οδεύουν ήδη προς τα κάτω, ενώ η απειλή να χαθούν θέσεις εργασίας εξαιτίας της τεχνολογίας είναι μικρότερη από ό, τι στις ΗΠΑ και αυτό γιατί η ΕΕ υποδέχτηκε πιο προσεκτικά την τεχνολογική επανάσταση. Ηγέτες όπως ο Macron ή ο Mark Rutte στην Ολλανδία ή η Angela Merkel και ο Martin Schulz στη Γερμανία είναι εμφανές ότι μαθαίνουν από τις αλληλεπιδράσεις τους με τη σκληρή αριστερά ή την ακροδεξιά. Αν μη τι άλλο, η “καθαίρεσή” τους θα είναι πιο δύσκολη σε τέσσερα ή πέντε χρόνια. 

Ήταν έξυπνη κίνηση του Barnes να στοιχηματίσει ότι ο Macron θα κερδίσει στο δεύτερο γύρο, όπως ακριβώς η κίνησή του κατά της Hillary Clinton στην τελική αναμέτρηση. Ήρθε η ώρα να σταματήσουν τα αρνητικά σχόλια για την ΕΕ και το σορτάρισμα στο ευρώ εξαιτίας των πολιτικών φόβων. Οι μεγαλύτεροι κίνδυνοι σήμερα εκδηλώνονται στον αγγλόφωνο κόσμο -τουλάχιστον μέχρι να εσωτερικεύει πλήρως το λαϊκιστικό εμβολιασμό του.

Πηγή