Της Δέσποινας Συριοπούλου

Πληροφορίες αναφέρουν ότι γίνονται διεργασίες ώστε ο Πρωθυπουργός στην επίσκεψή του στον λευκό οίκο θα συνοδεύεται από μια ομάδα Ελλήνων επιχειρηματιών. 

Αν τελικά θα πάνε οι ισχυροί οικονομικοί παράγοντες στη χώρα, δεν απομένει παρά να το δούμε. Η «συμφιλιωμένη» πλέον με τις επενδύσεις κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ επιθυμεί να δείξει ένα πρόσωπο διαφορετικό, μακριά από τις ιδεολογικές αγκυλώσεις του παρελθόντος (ενδεχομένως ο σκληρός πυρήνας του κόμματος να μην συμφωνεί), προβάλλοντας ένα διαφορετικό προφίλ, πλήρως –φαινομενικά- εναρμονισμένο με τις επιταγές των δανειστών, αλλά και με την πολύ μεγάλη ανάγκη της χώρας για άνοιγμα νέων θέσεων εργασίας και μείωση της ανεργίας.

Το αφήγημα των επενδύσεων αναμφισβήτητα «κουμπώνει» και με την επικείμενη επίσκεψη Τσίπρα στον Λευκό Οίκο. Αν κοιτάξουμε δηλώσεις πρόσφατες του Αμερικανού πρέσβη στην Ελλάδα, Τ. Πάιατ, ή τις επισκέψεις του υπουργού οικονομίας στις ΗΠΑ για συναντήσεις με εν δυνάμει επενδυτές, τουλάχιστον σε θεωρητικό επίπεδο και επίπεδο ρητορικής, η ελληνική κυβέρνηση θέλει και επιδιώκει να προσελκύσει επιχειρηματίες που θα βάλουν τα χρήματά τους στην Ελλάδα.

Μέχρι εδώ, όλα καλά. Οι ειρημένες κυβερνητικές προθέσεις και οι αντίστοιχες ενέργειες για την προσέλκυση επενδυτικού ενδιαφέροντος από το εξωτερικό αν όχι σταματούν, τουλάχιστον χαμηλώνουν ταχύτητα, όταν η συζήτηση έρχεται στο τρίπτυχο που, από τότε που ξεκίνησε η ελληνική κρίση και οι εκάστοτε κυβέρνηση έβγαινε προς άγραν ανθρώπων που θέλουν να αξιοποιήσουν το ελληνικό συγκριτικό πλεονέκτημα, έχει γίνει πάγιο αίτημα για την βελτίωση του επενδυτικού περιβάλλοντος. Τα τρία πράγματα που δεν παραλείπουν να υπογραμμίζουν –αναφορικά με την Ελλάδα- άνθρωποι που αναζητούν επενδυτικές ευκαιρίες ανά τον κόσμο διαχειριζόμενοι δισεκατομμύρια δολάρια είναι η γραφειοκρατία, η υψηλή φορολογία και η πολιτική σταθερότητα. Τρεις παράμετροι που δεν είναι νέες στη συζήτηση. Είναι οι ίδιες που είχαν τεθεί, όταν ήταν Πρωθυπουργός ο Γιώργος Παπανδρέου και είχε κάνει την πρώτη συνάντηση με Ελληνοαμερικανούς ισχυρούς επιχειρηματίες στην αμερικανική πρωτεύουσα, είναι οι ίδιες επίσης που είχαν τεθεί και στον τότε Πρωθυπουργό ο Αντώνης Σαμαράς. Είναι οι ίδιες που και σήμερα εξακολουθούν να αποτελούν ανάχωμα.

Το ζήτημα της γραφειοκρατίας και της υψηλής φορολογίας δεν χρειάζεται περαιτέρω επεξήγηση. Είναι σαφές και ποια είναι η πραγματικότητα και το τι χρειάζεται να γίνει. Στο ζήτημα όμως που αφορά στην πολιτική σταθερότητα, και προκειμένου να μην υπάρχουν «αυθαίρετες», όπως θα μπορούσε κάποιος να τις χαρακτηρίσει, απόψεις, το εύλογο είναι να μεταφερθούν οι σκέψεις περί έλλειψης πολιτικής σταθερότητας ανθρώπων που αποτελούν κάποιους από τους εν δυνάμει επενδυτές. Κάποιοι που ναι μεν θα ήθελαν, ωστόσο το προαναφερθέν τρίπτυχο λειτουργεί απαγορευτικά στη σκέψη τους για μια χαμηλού ρίσκου επένδυση. Οι συνεχείς εκλογικές αναμετρήσεις, η εσωτερική πολιτική κατάσταση, η διαφαινόμενη απροθυμία (λόγω πολιτικού κόστους) όλων των κυβερνήσεων για εφαρμογή ουσιαστικών μεταρρυθμίσεων που θα αλλάξουν τη φυσιογνωμία του ελληνικού κρατικού μηχανισμού δεν δημιουργούν τις απαιτούμενες προϋποθέσεις για την καλλιέργεια ενός πρόσφορου για προσέλκυση επενδύσεων εδάφους. Από την άλλη, ακόμα και αν αυτό ξεπεραστεί, δεν είναι καθόλου αμελητέο, ή για να είμαστε ακόμα πιο ακριβείς, είναι άκρως ανησυχητικό για πολλούς αυτό που πλέον έχει γίνει ο κανόνας. Σε κάθε εκλογική αναμέτρηση, το κράτος σταματά να λειτουργεί για αρκετούς μήνες. Αποφάσεις δεν λαμβάνονται, υπογραφές δεν μπαίνουν, με συνέπεια τα οποιασδήποτε φύσεως projects που χρειάζονται έγκριση για την συνέχεια τους, να παγώνουν μέχρι το πολιτικό προσωπικό να τοποθετηθεί, να ενημερωθεί και αναλόγως να ενεργήσει. Η αποσύνδεση, ως εκ τούτου, της εύρυθμης λειτουργίας του κράτους από τις όποιες πολιτικές εξελίξεις (εκλογές, πρόωρες ή μη) κρίνεται ουσιαστική. Και φυσικά το ερώτημα περί πολιτικής σταθερότητας, και ας υπάρχει η σημερινή κυβέρνηση που συμπλήρωσε διετία, τίθεται και σήμερα.

Και σε αυτό το πλαίσιο εντάσσονται και οι επιχειρηματίες του εξωτερικού που έλκουν την καταγωγή τους από την Ελλάδα. Επειδή έχουν ελληνική καταγωγή, αυτό δεν σημαίνει αυτόματα ότι είναι αυτονόητη η θέληση να ρίξουν λεφτά στην Ελλάδα, γιατί πολύ ρεαλιστικά «Πατριωτισμός στις Business δεν υπάρχει», όπως έλεγε Ελληνοαμερικανός επιχειρηματίας.  Εκτός και η απόφαση έχει να κάνει με άλλου είδους κίνητρα.  

Γυρίζοντας στην επικείμενη επίσκεψη Τσίπρα στον Λευκό Οίκο και στο ενδεχόμενο να τον συνοδεύσουν Έλληνες επιχειρηματίες, το ελληνικό επιτελείο οφείλει να έχει τον οδικό χάρτη που θα ανοίξει το δρόμο σε όσους επιθυμούν να επεκτείνουν την επιχειρηματική τους δραστηριότητα στην Ελλάδα.

Και κάτι άλλο… το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα έρχεται ότι χαρτογραφείται η κινησιολογία, η νοοτροπία και η λογική και ο γενικότερος τρόπος σκέψης του εκάστοτε συνομιλητή. Οι Αμερικανοί είναι… dealers. Είναι στη λογική του δούναι και λαβείν. Και σε αυτό το deal, ας τηρήσουμε τους άρρητους κανόνες και ας δοκιμάσουμε μια φορά να έχουμε θετικά αποτελέσματα στις εξετάσεις που θα δώσουμε!