Δημοσιεύουμε το κείμενο εργασίας που εκπονήθηκε από τον τομέα  Αποδήμων Ελλήνων Διασποράς του ΠΑΣΟΚ, όπως δημοσιοποιήθηκε σήμερα,   ως βάση για δημόσιο διάλογο και προβληματισμό, κατάθεση απόψεων και προτάσεων.

 

 

Αξιότιμοι κυρίες και κύριοι, 
στο πλαίσιο της Εθνικής Συνδιάσκεψης του ΠΑΣΟΚ στις 3 Σεπτεμβρίου 2011, ο Τομέας Απόδημου Ελληνισμού ετοίμασε ένα κείμενο πλαίσιο που αφορά στον Ελληνισμό της Διασποράς. Επειδή πιστεύουμε ακράδαντα ότι ο Ελληνισμός της Διασποράς αποτελεί γα την Πατρίδα εθνικό κεφάλαιο και ως τέτοιο είναι υπεράνω κομμάτων και μικροπολιτικής εκμετάλλευσης, κοινοποιούμε το κείμενο μας και θα χαρούμε να δεχτούμε προτάσεις και εισηγήσεις από τους ‘Ελληνες της Διασποράς.  

Με εκτίμηση

Κώστας Τάτσης
Γραμματέας Τομέα Απόδημου Ελληνισμού του ΠΑΣΟΚ

 

 

Ακολουθεί το κείμενο εργασίας

 

ΕΘΝΙΚΗ ΣΥΝΔΙΑΣΚΕΨΗ (3 Σεπτεμβρίου 2011)

 

Κείμενο βάσης για ανάπτυξη διαλόγου στη θεματολογία που αφορά στον Ελληνισμό της Διασποράς

 

 

ΕΙΣΑΓΩΓΗ
 

Το κείμενο διαλόγου που κατατίθεται, αποτελεί το πλαίσιο για την πολιτική και τους στρατηγικούς μας στόχους για τον Ελληνισμό της Διασποράς.

Μέσα από το διάλογο που θα αναπτυχθεί στις Οργανώσεις επιδιώκεται η κατάθεση προτάσεων για εφαρμοσμένες πολιτικές που θα οδηγήσουν στην επίτευξη των στόχων μας.

Το γεγονός ότι το παρόν κείμενο προτάθηκε από την ολομέλεια του Τομέα Απόδημου αλλά επεξεργάστηκε και έχει την τελική έγκριση από τα όργανα του κινήματος. Αυτό το γεγονός δημιουργεί για πρώτη φορά τις προϋποθέσεις ώστε τα τελικά συμπεράσματα που θα εξαχθούν να μην αποτελούν εκτιμήσεις μόνο του Ελληνισμού της Διασποράς και των οργανώσεών μας αλλά συνολικά του ΠΑΣΟΚ.

  1. Ο ΡΟΛΟΣ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ ΤΗΣ ΔΙΑΣΠΟΡΑΣ ΣΤΗΝ ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗ ΤΗΣ ΧΩΡΑΣ

Ο Ελληνισμός της Διασποράς διαχρονικά στέκεται αρωγός της Πατρίδας σ’ όλες τις κρίσιμες στιγμές της νεώτερης ιστορίας της.

Η επιτυχής μάλιστα κινητοποίηση των αποδήμων των ΗΠΑ το 1975 με την επιβολή του «εμπάργκο» στην Τουρκία, μετά την εισβολή στην Κύπρο, στάθηκε η αφορμή να συνειδητοποιήσει η χώρα μας ότι ο Ελληνισμός της Διασποράς συνιστά εθνική δύναμη.

Αυτή λοιπόν η εκτός συνόρων εθνική δύναμη αγωνίστηκε για την πτώση της Χούντας, διοργάνωσε τα τεράστια συλλαλητήρια σε όλες σχεδόν τις ηπείρους για να στηρίξει την Ελληνική Εξωτερική Πολιτική όσον αφορά την ονομασία για την Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας, κινητοποίησε νέους απόδημους εθελοντές για την επιτυχή διεξαγωγή των Ολυμπιακών Αγώνων 2004 στην Αθήνα και στις πολυπολιτισμικές κοινωνίες που ζει, διαφυλάττει την ελληνική πολιτιστική ταυτότητα και αναδεικνύει την πολιτιστική μας κληρονομιά.

 

Είναι όμως επίσης γεγονός πως ένα χρόνο πριν, όταν δηλαδή η χώρα μας έγινε στόχος για τους κερδοσκόπους και τους διεθνείς οίκους αξιολόγησης, όταν λοιδορήθηκε από τα ξένα ΜΜΕ, όταν όλοι στο εξωτερικό την θεωρούσαν αναξιόπιστη και το λαό της τεμπέλη και βουτηγμένο στη διαφθορά, παρουσιάστηκε έλλειμμα στον τρόπο οργανωμένης παρέμβασης του Ελληνισμού της Διασποράς. Χωρίς να υποτιμάται η ακαριαία αντίδραση από μέλη και οργανώσεις του κινήματος, από συλλογικούς φορείς και από κάποιες προσωπικότητες, εκτιμάται ότι για να επιτυγχανόταν στο μέγιστο οι παρεμβάσεις θα έπρεπε να αποτελούσαν προϊόν μιας συντεταγμένης ενέργειας, βασισμένης σε πολιτικό λόγο και θέσεις.

Στη σημερινή συγκυρία που βρίσκεται η χώρα μας, η στήριξη της από τον Ελληνισμό της Διασποράς αποτελεί επιτακτική ανάγκη. Είναι όμως σαφές ότι για να συνδράμει αποτελεσματικά ο απανταχού Ελληνισμός θα πρέπει να αναπτυχθεί μια αμφίδρομη σχέση εθνικού κέντρου και Διασποράς, η οποία θα οδηγήσει αφενός στην αξιοποίηση των γνώσεων και εμπειριών της δεύτερης από την Ελλάδα και αφετέρου θα λειτουργεί ως μια πολιτιστική γέφυρα που ενισχύει και συμπληρώνει την εθνική εξωτερική πολιτική με τις άλλες χώρες.

 

Η προώθηση μιας νεώτερης συνεκτικής στρατηγικής για τους εκτός συνόρων Έλληνες προϋποθέτει την ένταξη της στρατηγικής αυτής στην ατζέντα των εξωτερικών, πολιτιστικών και οικονομικών σχέσεων της χώρας σε διμερές και πολυμερές επίπεδο.

 

Είναι γνωστό ότι η Ελλάδα βασίζει τις σχέσεις της με τις διασπορές της σε πολιτιστικούς δεσμούς.  Εδώ και πολλά χρόνια θεωρείται  ότι οι απόδημοι λειτουργούν ως πολιτιστικές γέφυρες μεταξύ της χώρας μας και των χωρών εγκατάστασής τους. Σήμερα, με την παγκοσμιοποίηση σε πλήρη εξέλιξη, ο ρόλος τους αυτός ενισχύεται όπως ενισχύονται και οι προοπτικές πλήρους ένταξης τους στις κοινωνίες υποδοχής. Η προωθούμενη αναγνώριση της πολιτισμικότητας ως «αξίας» και «προσφοράς» στο οικονομικό και κοινωνικό πολιτικό γίγνεσθαι των χωρών υποδοχής συνιστά σημαντικό πλεονέκτημα για τη θέση και τη δραστηριότητά του Απόδημου Ελληνισμού στις νέες του πατρίδες και προσφέρει ένα νέο πεδίο προβολής της πολιτιστικής μας κληρονομιάς στον ευρωπαϊκό αλλά και ευρύτερα στο διεθνή χώρο. Επίσης προσφέρει προοπτικές δραστηριοποίησής του στην Ελλάδα μέσα από νεωτερικά σχήματα κινητικότητας μεταξύ των χωρών καταγωγής και εγκατάστασης.

 

Για το ΠΑΣΟΚ, ο ρόλος που διαδραματίζει η Ελληνική Διασπορά στις χώρες που δραστηριοποιείται  είναι ιδιαίτερα σημαντικός τόσο για την πατρίδα όσο και για την ίδια την ύπαρξη της ως αναπόσπαστο μέρος του Ελληνισμού. Η ύπαρξη ανθρώπων που βρίσκονται «εδώ και εκεί», που είναι Έλληνες πολιτισμικά και πολίτες ενός άλλου κράτους είναι ακριβώς αυτό που ονομάζεται πολιτιστική παγκοσμιοποίηση ή πιο συγκεκριμένα κρυμμένη και αποσιωπημένη διάστασή της. Η δυνατότητα που παρέχουν τα ευρύτερα κοινωνικά πεδία, που δημιουργούνται από την κινητικότητα των ατόμων μέσω των εξελίξεων της τεχνολογίας και της πληροφορικής για μια νέα νοηματοδότηση του κοινωνικού και του πολιτικού στις σύγχρονες συνθήκες, είναι απεριόριστη. Οι απόδημοι είναι φορείς αυτής της πρωτοπορίας, μέσα από το γεγονός ότι ανήκουν και δραστηριοποιούνται και “εδώ και εκεί” δημιουργώντας γέφυρες, διασυνδέσεις, ευρύτερα φόρα και ένα συνεχή διαπολιτισμικό διάλογο.  

 

  1. ΟΜΟΓΕΝΕΙΑΚΕΣ ΟΡΓΑΝΩΣΕΙΣ – ΣΑΕ

Οι Οργανώσεις των Αποδήμων Ελλήνων, στη μορφή που τις συναντούμε σήμερα, συγκροτήθηκαν από την πρώτη κυρίως γενιά των μεταναστών στα μέσα του προηγούμενου αιώνα, εποχή των σύγχρονων μεταναστευτικών εκροών του Ελληνισμού προς όλες σχεδόν τις ηπείρους και λειτουργούν σε 140 περίπου χώρες.

 

Οι Έλληνες μετανάστες εγκαταλείποντας την πατρίδα βρέθηκαν σε ένα άγνωστο πολιτιστικό και κοινωνικοοικονομικό περιβάλλον, κυριευμένοι από το αίσθημα του νόστου για την πατρίδα και την ανάγκη τους να επικοινωνούν με τη γλώσσα και τις συνήθειές τους. Αυτά τα ελάχιστα κοινά σημεία αναφοράς συν την αγωνία τους να μην αφομοιωθούν στις ξένες κοινωνίες  δημιούργησαν την αναγκαιότητα συσπείρωσής τους αρχικά στις Κοινότητες, οι οποίες είχαν επί το πλείστον πολιτικό και συνδικαλιστικό περιεχόμενο, στους εθνικοτοπικούς συλλόγους, στις κληρικολαϊκές Συνελεύσεις, στους πολιτιστικούς συλλόγους και σε άλλες επαγγελματικές οργανώσεις.

 

Με την πάροδο του χρόνου παρατηρείται ότι οι Ελληνικές Κοινότητες και οι άλλοι συλλογικοί φορείς δεν διαθέτουν τη μαζικότητα προηγούμενων δεκαετιών και δεν αναπτύσσουν δυναμική προσαρμοσμένη στα νέα κοινωνικοπολιτικά δεδομένα. Αυτό εξηγείται εν μέρει και από το γεγονός ότι  οι Έλληνες απόδημοι έχουν πετύχει σε μεγάλο βαθμό την ενσωμάτωση στις νέες πατρίδες, η οποία συμβάλλει στη χαλάρωση των παραδοσιακών δεσμών μεταξύ των μελών μιας εθνικής ομάδας. Επίσης ο σύγχρονος τρόπος ενημέρωσης των αποδήμων όπως δορυφορική τηλεόραση, ιντερνέτ, τηλεφωνικές κλήσεις χαμηλού κόστους και η δυνατότητα συχνών επισκέψεων στην γενέτειρα αφενός αμβλύνουν τη συναισθηματική ανάγκη των Αποδήμων για επαφή με την πατρίδα και αφετέρου καλύπτονται άμεσα ως προς την πληροφόρηση σχετικά με την Ελλάδα.

Ωστόσο στον αντίποδα βρίσκεται η παραδοχή ότι οι Έλληνες Απόδημοι συνεχίζουν να αντιμετωπίζουν ζητήματα και προκλήσεις που αφορούν στην οργανωμένη παρουσία τους στις νέες τους Πατρίδες. Η ανάγκη αυτή είναι πολύ μεγαλύτερη σήμερα που οι δομικές μεταβολές στις σχέσεις απασχόλησης οδηγούν κυρίως τους νέους ανθρώπους στην ανεργία, σε επισφαλείς θέσεις εργασίας και στον κοινωνικό αποκλεισμό, με αποτέλεσμα την αδυναμία συνάρθρωσης και προβολής των κοινωνικών και πολιτικών αιτημάτων τους.

 

Ο τρόπος οργάνωσης των Ελλήνων παρουσιάζει τα τελευταία χρόνια μια εξελικτική πορεία αφού άρχισαν να δημιουργούνται σε πάρα πολλές χώρες και σύλλογοι, στους οποίους εκτός από Έλληνες συμμετέχουν και πολίτες των χωρών υποδοχής.

Οι ομογενειακές Οργανώσεις αρχικά και για πολλά χρόνια στη συνέχεια είχαν αναφορά αποκλειστικά στους Έλληνες Απόδημους και ήταν προσανατολισμένες ελλαδοκεντρικά. Σήμερα όμως που η πολιτισμικότητα – με κύριο χαρακτηριστικό την πολυγλωσσία- αποτελεί ζητούμενο για πολλές χώρες, κυρίως ως μέσο ενίσχυσης της θέσης των κρατών στο διεθνή οικονομικό ανταγωνισμό, της κινητικότητας των εργαζομένων και της αύξησης της κυκλοφορίας πολιτισμικών αγαθών και υπηρεσιών, οι μεταναστευτικές κοινότητες αποτελούν προνομιακούς φορείς της πολυπολιτισμικότητας λόγω των πολλαπλών πολιτισμικών υπαγωγών που προϋποθέτουν τα μεταναστευτικά πεδία εντός των οποίων κινούνται, δηλ. χώρα προέλευσης και χώρα εγκατάστασης.

 

Οι ομογενειακοί συλλογικοί φορείς στο εξωτερικό και πρωτίστως οι Ελληνικές Κοινότητες και οι Ομοσπονδίες τους μπορούν να αναβαθμίσουν και να εμπλουτίσουν τη λειτουργία τους προσλαμβάνοντας το διαπολιτισμικό διάλογο ως τη μεγάλη πρόκληση του καιρού. Πρόκειται για ένα πεδίο, το οποίο δίνει τη δυνατότητα στις Κοινότητες, στις Ομοσπονδίες και στους λοιπούς συλλογικούς φορείς να εδραιώσουν την παρουσία και τη συμβολική και πραγματική αναγνώριση της προσφοράς της Ελληνικής Διασποράς τόσο στην Ελλάδα όσο και στον χώρο που ζουν και δραστηριοποιούνται ομογενείς μας.

 

Επίσης η δημιουργία δικτύων του Ελληνισμού της Διασποράς θα πρέπει να ξαναμπεί σε προτεραιότητα στην ατζέντα της Οργάνωσης των απόδημων Ελλήνων. Η δυναμική που μπορούν να αναπτύξουν σε οικονομικό, αναπτυξιακό, επιστημονικό και πολιτιστικό επίπεδο προς όφελος και της ίδιας της Διασποράς αλλά και της χώρας είναι τεράστιο.

 

Όσον αφορά στη λειτουργία και στην μετεξέλιξη του συνταγματικά κατοχυρωμένου θεσμού του  Συμβουλίου Απόδημου Ελληνισμού (ΣΑΕ), ο οποίος αποτελεί έκφραση όλων των δυνάμεων του απανταχού  Ελληνισμού, βρίσκεται ήδη σε εξέλιξη ο διάλογος που ξεκίνησε το ΠΑΣΟΚ με τις κομματικές Οργανώσεις. Τα συμπεράσματα του διαλόγου θα συμπεριληφθούν με τις υπόλοιπες προτάσεις και θέματα που αφορούν στη Διασπορά σε ένα ενιαίο κείμενο, το οποίο θα κατατεθεί στη Συνδιάσκεψη.

  1. ΟΙ ΟΡΓΑΝΩΣΕΙΣ ΜΑΣ ΣΤΗ ΝΕΑ ΔΙΕΘΝΗ ΠΟΛΙΤΙΚΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ

Διανύουμε μια εποχή όπου οι πολίτες της χώρας μας αλλά και διεθνώς γίνονται μάρτυρες μιας δραματικής μεταβολής των μέχρι σήμερα πολιτικών, κοινωνικών και οικονομικών δεδομένων. Η κρίση που ξέσπασε στις ΗΠΑ το 2008 συμπαρέσυρε και άλλες χώρες του ανεπτυγμένου κόσμου πλήττοντάς τες σε δημοσιονομικό και χρηματοπιστωτικό επίπεδο. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα, αφενός την ανεξέλεγκτη λειτουργία των διεθνών αγορών, οι οποίες κινηθήκαν χωρίς κανόνες, ρυθμίσεις, δημοκρατικούς ελέγχους και διαφάνεια με στόχο την αθέμιτη κερδοφορία και αφετέρου την δημιουργία τεράστιων οικονομικών και κοινωνικών ανισοτήτων και τη συγκέντρωση του παγκόσμιου πλούτου στα χέρια των λίγων.

 

Μερικά από τα παράγωγα της νέας οικονομικοπολιτικής τάξης πραγμάτων είναι  η μείωση των μισθών, η εισαγωγή νέων μορφών ευέλικτης και ελαστικής εργασίας,  η αύξηση στην τιμή των αγαθών και των υπηρεσιών, η ανεργία που πλήττει κυρίως νέους και μεσήλικες, η αύξηση της φτώχειας, η ανασφάλεια για το μέλλον. Ο πολίτης αισθάνεται παγιδευμένος, εξαπατημένος, απαξιώνει τους πολιτικούς και την πολιτική και αμφισβητεί την αποτελεσματικότητα των συλλογικών δραστηριοτήτων και διεκδικήσεων, επιλέγοντας ένα μοναχικό δρόμο επίλυσης των προβλημάτων του. Αυτή η τακτική εξυπηρετεί δυστυχώς μόνο τις οικονομικές και τις πολιτικές ελίτ, οι οποίες στο όνομα της παγκοσμιοποίησης ιδεολογικοποιούν την «αγορά» και επιδιώκουν οι πολίτες να είναι φοβισμένοι, άβουλοι και υποχρεωμένοι να επιλέξουν είτε την κατανάλωση είτε τον αποκλεισμό.

 

Οι οργανώσεις μας στο Εξωτερικό, δεδομένης της παγκόσμιας συγκυρίας αλλά και της κατάστασης στη χώρα μας, επιβάλλεται να λειτουργήσουν ανοιχτά, παρεμβατικά και δυναμικά. Πρέπει να απαλλαχτούν από την εσωστρέφεια και να καταστούν ξανά «τόποι» ενός συνεχούς δημόσιου διαλόγου για να κυοφορηθεί το καινούργιο, μέσα από τις διαδικασίες κριτικής και σύνθεσης, που θα επανανομιμοποιήσουν την πολιτική δράση του ΠΑΣΟΚ.  Να επανιδρύσουν το πολιτικό και το κοινωνικό μέσα από τη σύγκρουση, τη συναίνεση, τη δημοκρατία, για την υπέρβαση της κοινωνίας των 2/3 που κινδυνεύει να γίνει “κοινωνία του 1/3” και για τη σύναψη ενός νέου κοινωνικού συμβολαίου, στη θέση αυτού που οι διεθνείς αγορές και η παγκοσμιοποιητική διαδικασία έχει διαρρήξει.

 
Η πατρίδα μας έχει ανάγκη να ακούγεται η φωνή μας στο εξωτερικό, έχει ανάγκη τις παρεμβάσεις των οργανώσεών μας στις χώρες υποδοχής.
 

Είναι επίσης πολύ σημαντικό να ενισχυθεί η σχέση των οργανώσεών μας με κόμματα της ίδιας πολιτικής οικογένειας, ώστε να ανταλλάσσονται εμπειρίες, να αναπτύσσονται κοινές δράσεις όπου είναι εφικτό και να συμμετέχουν στη διαμόρφωση πολιτικών που αφορούν και τις κοινωνίες όπου ζουν.

 
Είναι αναγκαίο να προσεγγιστούν και να ενταχτούν στις οργανώσεις μας συμπατριώτες που εργάζονται ή έχουν πρόσβαση σε κέντρα λήψης αποφάσεων.

Η εσωστρέφεια και η κακώς νοούμενη περιφρούρηση των οργανώσεων καθηλώνει την όποια δυναμική  μπορεί να αναπτύξει ένα οργανωμένο σχήμα και αποστρέφει τους νέους να συμμετέχουν. Η ανάπτυξη της αλληλεγγύης και της συντροφικότητας μετουσιώνεται σε πράξη μέσα από τη δράση για την επίτευξη κοινών στόχων.

Γνωρίζουμε όλοι, ότι τα θέματα που αφορούν στους Έλληνες της Διασποράς είναι πολλά και πολυεπίπεδα αφού διαφοροποιούνται ανάλογα, αφενός με τη χώρα και αφετέρου σε ποια γενιά αναφέρονται και τι βαθμό ενσωμάτωσης έχει πετύχει η κάθε γενιά.

 

Το ΠΑΣΟΚ υποστηρίζει τον στρατηγικό στόχο, ο οποίος συνοψίζεται αφενός μεν στη συμμετοχή και δραστηριοποίηση του Ελληνισμού της Διασποράς στα κοινωνικά-πολιτικά δρώμενα των χωρών που ζει και αφετέρου στη διατήρηση της σύνδεσης και δυνατότητας συμμετοχής του στα τεκταινόμενα της πατρίδας. Μ’ αυτό τον τρόπο τονίζεται και η διάσταση του Ελληνισμού της Διασποράς ως εθνικού κεφαλαίου, κάτι το οποίο ενισχύει τη συνολική προσπάθεια του ΠΑΣΟΚ να αλλάξει την εικόνα της χώρας μας εντός και εκτός συνόρων.