Πώς αποκωδικοποιείται η απόφασή του να απελάσει 755 διπλωμάτες.

Του Κώστα Ράπτη

Η απόφαση της Ρωσίας να απελάσει ούτε λίγο ούτε πολύ 755 Αμερικανούς διπλωμάτες από το έδαφός της αποτελεί κίνηση πρωτοφανή στα διπλωματικά χρονικά. Αποτελεί επίσης απόδειξη του ότι οι ρωσοαμερικανικές και συνολικά οι διεθνείς σχέσεις εισέρχονται σε σκοτεινή εποχή.

Τεχνικά, η απόφαση της απέλασης των Αμερικανών διπλωματών δεν είναι παρά η απάντηση της ρωσικής πλευράς στην πρωτοβουλία του Barack Obama να απελάσει τις παραμονές της Πρωτοχρονιάς 35 στελέχη της ρωσικής πρεσβείας στην Ουάσιγκτον, υπό τύπον ποινής για την καταγγελλόμενη ανάμιξη της Μόσχας στις αμερικανικές προεδρικές εκλογές.

Τότε, ο Vladimir Putin επέλεξε να μην πέσει στην παγίδα της κλιμάκωσης και περιορίσθηκε να δώσει τις ευχές του για το Νέο Έτος στους Αμερικανούς διπλωμάτες, αποφεύγοντας τις ανταποδοτικές απελάσεις. Άδειασε έτσι θεαματικά τον τότε ένοικο του Λευκού Οίκου, καθιστώντας σαφές ότι προσέβλεπε στην έλευση του Donald Trump και την προεξοφλούμενη βελτίωση των διμερών σχέσεων υπό τον νέο Αμερικανό πρόεδρο.

Έξι μήνες μετά την ορκωμοσία Trump η Μόσχα δεν έχει πλέον να περιμένει τίποτε: οι συνεχιζόμενοι πόλεμοι εξουσίας στη Ουάσιγκτον, ο αλληλοσπαραγμός των στελεχών του Λευκού Οίκου, οι διαρκείς αναβιώσεις του Russiagate σε πείσμα των πραγματικών γεγονότων, δημιουργούν ένα κλίμα το οποίο ακυρώνει τα όποια αποτελέσματα της συνάντησης των δύο προέδρων στο περιθώριο της G20 και αποκλείει κινήσεις ρωσοαμερικανικής επαναπροσέγγισης.

Ακόμη και στο ζήτημα των δύο ακινήτων, ιδιοκτησίας της ρωσικής πρεσβείας, τα οποία είχαν κατασχεθεί τον Δεκέμβριο στο πλαίσιο των μέτρων Obama δεν υπήρξε καμία πρόοδος.

Έτσι, η Μόσχα αποφάσισε να ανταποδώσει ερμηνεύοντας με θεαματικό τρόπο την αρχή της αμοιβαιότητας: όχι μόνο πήρε τον έλεγχο δύο ακινήτων της πρεσβείας στη Μόσχα και τα περίχωρά της, αλλά διαμήνυσε ότι σε διάστημα ενός μηνός οι διαπιστευμένοι της αμερικανικής αποστολής (συμπεριλαμβανομένων των προξενείων σε Πετρούπολη, Εκατερίνμπουργκ και Βλαδιβοστόκ), οι οποίοι τώρα ξεπερνούν συνολικά τους 1.200, θα πρέπει να περιορισθούν σε αριθμό ίσο με αυτό των Ρώσων συναδέλφων τους που υπηρετούν στην επικράτεια των ΗΠΑ – εξ ού και οι 755 απελάσεις.

Αν η κίνηση αυτή είναι καθυστερημένη κατά έξι μήνες σε σχέση με την αμερικανική κίνηση στην οποία φέρεται να απαντά, είναι πάντως εσπευσμένη σε σχέση με αυτό που όντως την προκάλεσε: την σχεδόν ομόφωνη έγκριση από τα δύο Σώματα του αμερικανικού Κογκρέσου νέας δέσμης κυρώσεων εναντίον της Ρωσίας, καθώς και της Β. Κορέας και του Ιράν. Μάλιστα, οι κυρώσεις αυτές προβλέπουν ειδικό μηχανισμό συγκατάθεσης του Κογκρέσου σε τυχόν μελλοντική απόφαση του προέδρου να τις χαλαρώσει – με αποτέλεσμα να περιορίζεται η προβλεπόμενη από το αμερικανικό Σύνταγμα δικαιοδοσία της εκτελεστικής εξουσίας στην χάραξη εξωτερικής πολιτικής.

Ούτως ή άλλως, οι κυρώσεις εγκρίθηκαν με πλειοψηφία πολύ μεγαλύτερη από αυτή των δύο τρίτων που απαιτείται για την υπέρβαση προεδρικού βέτο – αν υποθέσουμε ότι ο Trump έχει τη διάθεση να επωμισθεί το πολιτικό κόστος μιας τέτοιας κίνησης.

Αρκεί και μόνο να σημειωθεί ότι μπροστά στην επιδίωξη αποτροπής μιας ρωσοαμερικανικής επαναπροσέγγισης, πλήττονται αιφνιδίως και οι διατλαντικές (ιδίως οι γερμανοαμερικανικές) σχέσεις, καθώς οι νέες κυρώσεις στρέφονται και εναντίον των εταιρειών τρίτων χωρών που συνεργάζονται με τη Ρωσία στο ενεργειακό της πρόγραμμα – λ.χ. τον αγωγό NordStream2. Ήδη οι Ευρωπαίοι εταίροι διαμηνύουν ότι θα αντεπιτεθούν, κρίνοντας ότι η Ουάσιγκτον επιχειρεί εκβιαστικά να αντικαταστήσει το τμήμα των ευρωπαϊκών ενεργειακών αναγκών που καλύπτεται από ρωσικούς υδρογονάνθρακες με το ακριβότερο αμερικανικό σχιστολιθικό πετρέλαιο ή υγροποιημένο φυσικό αέριο.

Από την πλευρά του, ο Putin θα πρέπει να αντιδράσει γρήγορα δείχνοντας ότι σε κάθε βήμα κλιμάκωσης που πρόκειται να ακολουθήσει η χώρα του θα απαντά αναλόγως. Ήδη γίνεται λόγος για αντικυρώσεις όπως η απαγόρευση εισαγωγής αμερικανικών αγροτικών προϊόντων στη Ρωσία, η απαγόρευση δραστηριοποίησης αμερικανικών εταιρειών πληροφορικής και η απαγόρευση πώλησης τιτανίου σε αμερικανικές εταιρείες όπως η Boeing.

Ο Ρώσος πρόεδρος δεν μπορεί παρά να έχει το βλέμμα του στραμμένο και στο εσωτερικό, προϊδεάζοντας με την κατάλληλη επίκληση του εξωτερικού εχθρού τον ρωσικό πληθυσμό για τις οικονομικές αναταράξεις που αναμένονται. Επιπλέον, η ουσιαστική εξάρθρωση των λειτουργιών της αμερικανικής πρεσβείας αποκτά ξεχωριστή σημασία ενόψει των ρωσικών προεδρικών εκλογών του 2018.

Σε κάθε περίπτωση, η σημασία των εξελίξεων δεν μπορεί να υποτιμηθεί: η αμερικανική διπλωματία βλέπει να μειώνεται η αξιοπιστία της έναντι των συνομιλητών της (εφόσον την υπερακοντίζει το απρόβλεπτο Κογκρέσο), η διατλαντική ενότητα κλυδωνίζεται, εξελίξεις απευκταίες για τη Δύση όπως το κλείσιμο της ρωσικής αγοράς στα δυτικά συμφέροντα και το “σφιχταγκάλισμα” Ρωσίας-Κίνας αντικειμενικά επιταχύνονται, ενώ η θεωρία ότι η ρωσική οικονομία αδυνατεί μεσοπρόθεσμα να αναπτυχθεί χωρίς επενδύσεις και τεχνογνωσία από το εξωτερικό τίθεται υπό τη δοκιμασία της πραγματικότητας.

capital.gr