γράφει ο Άγγελος Αθανασόπουλος

Η διατήρηση ανοιχτών διαύλων επικοινωνίας μεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας φαίνεται ότι ήταν το μείζον ζήτημα που κυριάρχησε στη συνάντηση των Αλέξη Τσίπρα και Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στο Πεκίνο. 

Σύμφωνα με τα όσα μεταδίδει η ελληνική πλευρά, οι δύο άνδρες φαίνεται ότι συμφώνησαν να προχωρήσουν πρωτοβουλίες που πάγωσαν τελείως από τη στιγμή που η Τουρκία εισήλθε σε προεκλογική περίοδο για την αλλαγή του πολιτεύματος σε Προεδρική Δημοκρατία. 

Ωστόσο, στα δύσκολα ζητήματα, όπως στο Αιγαίο και στο Κυπριακό, δεν θα πρέπει να αναμένεται ουσιαστική πρόοδος, αλλά καλύτερη διαχείριση για περιορισμό των εντάσεων. Παράλληλα δε, ο κ. Ερντογάν δεν παρέλειψε να αναφέρει τη δυσαρέσκεια της Άγκυρας για τη μη έκδοση των οκτώ στρατιωτικών, αν και πλέον το ζήτημα όσων έχουν ζητήσει άσυλο σε ευρωπαϊκές χώρες μετά την απόπειρα πραξικοπήματος έχει λάβει διαστάσεις που ξεπερνούν την ελληνοτουρκική αντιπαράθεση επί του θέματος.

Αυτός είναι μάλλον ο λόγος που δίδεται πλέον μεγάλη σημασία στη στρατιωτική διπλωματία. Τούτο κατέστη σαφές από τη συνάντηση που είχαν στο περιθώριο της πρόσφατης Διαβαλκανικής Συνόδου οι Α/ΓΕΕΘΑ των δύο χωρών, ο ναύαρχος Ευάγγελος Αποστολάκης και ο στρατηγός Χουλουσί Ακάρ. Μένει να αποδειχθεί αν αυτό το κανάλι επικοινωνίας μπορεί να λειτουργήσει αποτελεσματικά ώστε να αποφευχθεί η ένταση, ένα πιθανό ατύχημα και μία κρίση. Υπενθυμίζεται ότι πρώην υψηλόβαθμο στέλεχος των ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων χειριζόταν ένα τέτοιο κανάλι μέχρι και πριν από κάποιους μήνες κατόπιν εντολής του Μεγάρου Μαξίμου – με αρκετή επιτυχία. Μετά, ήρθε το δημοψήφισμα…

Μία αποστροφή του Προέδρου Ερντογάν, ο οποίος συνοδευόταν στη συνάντηση από τον εξ’ απορρήτων σύμβουλό του Ιμπραχίμ Καλίν, τον υπουργό Εξωτερικών Μεβλούτ Τσαβούσογλου και τον Μπεράτ Αλμπαϊράκ, υπουργό Ενέργειας και γαμπρό του, προκάλεσε σύγχυση – κάτι σύνηθες με δηλώσεις τούρκων αξιωματούχων τα τελευταία χρόνια. Ο κ. Ερντογάν αναφέρθηκε στη σημασία της εφαρμογής της Συνθήκης της Λωζάνης, χωρίς να είναι σαφές τι εννοούσε, αν πχ αναφερόταν σε θέματα της μουσουλμανικής μειονότητας της Θράκης ή στην αποστρατιωτικοποίηση νησιών του Ανατολικού Αιγαίου ή δε κάτι άλλο. Η Αθήνα πάντως απορρίπτει οποιαδήποτε θεωρία των Τούρκων επί του ζητήματος της αποστρατιωτικοποίησης και προσφάτως απάντησε, με ρηματική διακοίνωση, σε προηγούμενη νότα της Άγκυρας. 

Ο κ. Τσίπρας, πάντα κατά τις πληροφορίες της ελληνικής πλευράς, επεδίωξε την επαναφορά της «θετικής ατζέντας», δηλαδή θεμάτων χαμηλής πολιτικής (όπως πχ η «σιδηροδρομική Εγνατία» και η ακτοπλοϊή σύνδεση Σμύρνης – Θεσσαλονίκης) που μπορούν να τονώσουν τη συνεργασία, καθώς και επανάληψης των διερευνητικών επαφών και του διαλόγου για Μέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης (ΜΟΕ). Επέμεινε δε στην ανάγκη τερματισμού των προκλήσεων σε Αιγαίο και Ανατολική Μεσόγειο που κατά τη διάρκεια των τελευταίων μηνών αυξήθηκαν σε πυκνότητα. 

Ο κ. Ερντογάν δεν μετακινήθηκε από τις πάγιες θέσεις όπως ανέφεραν ελληνικές διπλωματικές πηγές. Εκτιμάται όμως ως θετικό γεγονός η μετάβαση του έλληνα Προέδρου της Δημοκρατίας Προκόπη Παυλόπουλου στις 22 Μαϊου στην Κωνσταντινούπολη στο πλαίσιο της Συνόδου Κορυφής του Οργανισμού Συνεργασίας Ευξείνου Πόντου (ΟΣΕΠ) όπου αναμένεται να έχει και κατ’ ιδίαν συνάντηση με τον τούρκο ομόλογό του.

Τα επόμενα βήματα συναντήσεων και επισκέψεων θα συζητηθούν λογικά το προσεχές διάστημα από τους υπουργούς Εξωτερικών Νίκο Κοτζιά και Μεβλούτ Τσαβούσογλου και ίσως να πραγματοποιηθεί ένα Ανώτατο Συμβούλιο Συνεργασίας αργότερα εφέτος, ίσως το φθινόπωρο του 2017. Δεν θα πρέπει πάντως να θεωρείται τίποτα δεδομένο, καθώς μία αύξηση της έντασης στην Κύπρο λόγω των γεωτρήσεων θα μπορούσε να ανατρέξει τους σχεδιασμούς. Άλλωστε, στο Κυπριακό, οι δύο ηγέτες δεν φάνηκε να… καίγονται για λύση. Ο κ. Τσίπρας φέρεται να σημείωσε ότι αν είναι να πραγματοποιηθεί νέα Διάσκεψη θα πρέπει να προηγηθεί πολύ καλά. Είναι σαφές πάντως ότι η Άγκυρα δεν μοιάζει, τουλάχιστον από όσα έχουν γίνει δημοσίως γνωστά, να ενδιαφέρεται για ταχείες εξελίξεις, καθώς άλλα μέτωπα την απασχολούν περισσότερο (Κουρδικό).

Ένα θέμα που απασχολεί την ελληνική πλευρά είναι ο μη εκτροχιασμός των ευρωτουρκικών σχέσεων. Η Αθήνα εξακολουθεί να θέλει τη συνέχιση της ενταξιακής πορείας της Τουρκίας, αν και οι αυταπάτες έχουν μάλλον αρθεί από την πραγματικότητα. Όπως φαίνεται, ούτε η Άγκυρα επιθυμεί την κατάρρευση των σχέσεων με την ΕΕ και η πρόσφατη επίσκεψη στις Βρυξέλλες του υπουργού Ευρωπαϊκών Υποθέσεων Ομέρ Τσελίκ το επιβεβαίωσε. Είναι δε πιθανό να υπάρξει συνάντηση του κ. Ερντογάν με τον πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Ντόναλντ Τουσκ στις 25 Μαϊου με αφορμή το ότι θα βρίσκονται στις Βρυξέλλες λόγω της Συνόδου Κορυφής του ΝΑΤΟ.