Στο στόχαστρο η παγκόσμια σταθερότητα

Toυ Kris Bledowski, διευθυντή οικονομικών μελετών στο Manufacturers Alliance for Productivity and Innovation

Η απάντηση εξαρτάται από το πώς “ορίζεται η “σταθερότητα”. Σε πολιτικούς όρους, θα μπορούσε κανείς να δει κάποια αστάθεια να υποβόσκει ή να βαθαίνει σε χώρες όπου το πετρέλαιο διαδραματίζει έναν δυσανάλογα μεγάλο δημοσιονομικό ρόλο. Ωστόσο αυτή η επίδραση μπορεί να γίνει αισθητή τοπικά παρά σε παγκόσμιο επίπεδο και κυρίως σε χώρες ήδη εξασθενημένες. Η Βενεζουέλα, η Νιγηρία ή μέρη της Μέσης Ανατολής έρχονται στο μυαλό. Είναι λιγότερο πιθανό οτι οι πιθανές συγκρούσεις θα μπορούσαν να επεκταθούν πέρα από τα εθνικά ή τοπικά όρια.

Η οικονομική επίδραση έχει ήδη γίνει αισθητή σε όλο τον κόσμο. Στις ΗΠΑ, η δραστηριότητα εξόρυξης έχει συμπιέσει την βιομηχανική παραγωγή, ενώ στον Καναδά ολόκληρη η οικονομία βυθίστηκε σε ύφεση το 2015 ως αποτέλεσμα των κατακόρυφα χαμηλότερων τιμών πετρελαίου. Την ίδια στιγμή, οι απώλειες εισοδήματος εξισορροπούνται εν μέρει από τα κέρδη στην πλευρά του καταναλωτή. Οι μεταβολές στις σχετικές τιμές των μεγάλων εισροών ή εκροών συμβαίνουν όλη την ώρα, και η παγκόσμια οικονομία είναι αρκετά ανθεκτική για να τις απορροφήσει. Συνολικά, το πετρέλαιο και τα παράγωγά του συντελούν ένα μικρό και μειούμενο μερίδιο του κόστους ανά μονάδα ενέργειας.

Εάν οι ροές των παγκόσμιων επενδύσεων είναι περισσότερο απρόβλεπτες, τα νομίσματα πιο ασταθή και οι αλλαγές στο εισόδημα πιο έντονες, θα πρέπει να ληφθούν υπόψη και άλλοι παράγοντες. Μεταξύ αυτών είναι οι διαφορές στις νομισματικές πολιτικές (στις ΗΠΑ και στην ΕΕ), τα επίπεδα ιδιωτικού χρέους (σε Βραζιλία και Κίνα) και η οικονομική διακυβέρνηση (σε Ρωσία και Σαουδική Αραβία).

Ian Bremmer, πρόεδρος και ιδρυτής του Eurasia Group

Οι μεταρρυθμίσεις του Mikhail Gorbachev σκότωσαν την σοβιετική σταθερότητα; ΄Όχι. Επιτάχυναν το λιώσιμο της παγωμένης αστάθειας. Αυτή είναι η επίδραση του φθηνού πετρελαίου στη Μέση Ανατολή, ιδιαίτερα στα σουνιτικα αραβικά κράτη και στις κυβερνήσεις που στηρίζονται στην γενναιοδωρία τους.

Υπάρχει ήδη μια μικρή εγχώρια νομιμότητα διατήρησης αυτών των καθεστώτων στη θέση τους. Οι ΗΠΑ έχουν μικρή επιθυμία να ενεργήσουν ως ο αστυνόμος της περιοχής, και κανείς άλλος δεν πρόκειται να πάρει τη σκυτάλη. Οι τεχνολογίες επικοινωνίας επιτρέπουν στους απογοητευμένους νέους άνδρες να κινητοποιούνται πιο εύκολα. Και υπάρχουν λιγοστές κοινωνικές, οικονομικές και πολιτικές μεταρρυθμιστικές προσπάθειες μεταξύ των ίδιων των κυβερνήσεων. Οι λύσεις ασφάλειας δεν αντιμετωπίζουν τα βαθύτερα προβλήματα. Το φθηνό πετρέλαιο καθιστά αυτές τις συγκρούσεις να αυξάνονται περισσότερο, και με μεγαλύτερη ταχύτητα.

Jan Cienski, συντάκτης ενέργειας και ασφάλειας στο politico

Όχι, το φθηνό πετρέλαιο δεν θα σκοτώσει την παγκόσμια σταθερότητα- στην πραγματικότητα, θα την ενισχύσει. Αυτό δεν σημαίνει ότι οι χαμηλές τιμές πετρελαίου δεν είναι τρομερή είδηση για αρκετές χώρες όπως η Ρωσία, η Σαουδική Αραβία, η Βενεζουέλα, η Αγκόλα και άλλες αναδυόμενες αγορές που έχουν οικοδομήσει τους προϋπολογισμούς τους στις πετρελαϊκές εξαγωγές. Αλλά καθώς τα έσοδά τους συρρικνώνονται, οι κατά κύριο λόγο αυταρχικοί κυβερνήτες τους θα πρέπει να εστιάσουν περισσότερο στο να κρατήσουν τους πολίτες τους από το να εξεγερθούν για τις περικοπές στον προϋπολογισμό και λιγότερο στο να προκληθούν προβλήματα στο εξωτερικό.

Η Ρωσία θα είναι από τους πρώτους που θα αισθανθούν το τσίμπημα, αλλά οι Σαουδάραβες θα βρουν επίσης ότι είναι δύσκολο να συντηρήσουν έναν αμυντικό προϋπολογισμό που αντιστοιχεί σε περισσότερο από 10% του ΑΕΠ. Η Βενεζουέλα είναι ήδη στο μέσον μιας μετάβασης σε μια πιο λογική και δημοσιονομικά λιτή κυβέρνηση, και οι Σαουδάραβες και οι Ρώσοι οδηγούνται ταχύτατα στην ίδια κατεύθυνση.

Για τον υπόλοιπο κόσμο, η φθηνή ενέργεια υπήρξε μια ώθηση στην ανάπτυξη στο παρελθόν, και δεν υπάρχει λόγος να πιστεύουμε ότι αυτός ο δεσμός έχει σπάσει. Ταχύτερη ανάπτυξη στις εισαγόμενες ενέργεια Αφρική και Ασία, καθώς και στις ΕΕ, ΗΠΑ, Ιαπωνία, σημαίνει σε γενικές γραμμές πιο σταθερό κόσμο.

Deborah Gordon, διευθύντρια του προγράμματος κλίματος και ενέργειας του Carnegie

Η παγκόσμια παντοδυναμία συχνά αποδίδεται στο πετρέλαιο. Αλλά δεν είναι σαφές εάν οι χαμηλές (ή υψηλές) τιμές του πετρελαίου, μπορούν από μόνες τους να κατηγορηθούν ξεκάθαρα για την αυξανόμενη παγκόσμια αστάθεια. Η αύξηση της μεταβλητότητας στην αγορά πετρελαίου ωστόσο, θα μπορούσε να αποδειχθεί ισχυρότερη αποσταθεροποιητική δύναμη. Εάν οι πετρελαϊκές τιμές συνεχίσουν να ταλαντεύονται στα επόμενα χρόνια, αυτό θα μπορούσε να διαψεύσει τα οικονομικά, τεχνολογικά και γεωπολιτικά θεμελιώδη.

Πετρέλαιο και αέριο τουλάχιστον 7 τρισ. δολάρια σε κρατικά δημόσια funds φέρεται να έχουν συγκεντρωθεί -οικονομικά χαρτοφυλάκια που ανήκουν στις κυβερνήσεις της Σαουδικής Αραβίας, της Ρωσίας και άλλων πλούσιων σε πετρέλαιο κρατών. Πολλές από αυτές τις χώρες εξαρτώνται από τα πετρελαϊκά κέρδη για να συντηρήσουν τις οικονομίες τους και να σταθεροποιήσουν τις κοινωνίες τους. Επιπλέον, ο παγκόσμιος πετρελαϊκός κλάδος, με κεφαλαιοποίηση μεγαλύτερη του 1 τρισ. δολαρίων σήμερα, στηρίζεται σε τρισεκατομμύρια περισσότερα. Σημαντικές απώλειες στις αποτιμήσεις της αγοράς, μπορεί να επηρεάσουν την πολιτική εξουσία.

Το πετρέλαιο ωστόσο δεν μπορεί να είναι φθηνό για πάντα. Οι αγορές εγγυώνται πως ό,τι ανεβαίνει, κάποια στιγμή θα κατέβει, και το αντίθετο. Η σημερινή πετρελαϊκή αγορά είναι σε μετάβαση. Αυτό μπορεί να είναι η κατάλληλη στιγμή για να επιβληθεί ένας φόρος άνθρακα, έτσι ώστε, όταν η αγορά αναπροσαρμόζεται, να το κάνει με την κλιματική αλλαγή (έναν ακόμη μεγαλύτερο αποσταθεροποιητή παγκοσμίως) να συνυπολογίζεται στην τιμή.

Kristina Kausch, non resident συνεργάτης στο Carnegie Europe
Στη Μέση Ανατολή, το φθηνό πετρέλαιο είναι πιθανό να προσθέσει περαιτέρω προβλήματα στα επόμενα δύο χρόνια, ιδιαίτερα στις χώρες του Κόλπου.

Δεν είναι μυστικό ότι τα καθεστώτα σε αυταρχικά κράτη με έντονη πετρελαϊκή δραστηριότητα, επιβιώνουν χάρη στην ικανότητά τους να κατευνάζουν τους πολίτες με επιδοτήσεις, χαμηλούς φόρους και άλλα οικονομικά προνόμια. Πιεσμένες από την κατάρρευση του πετρελαίου, οι οικονομίες που εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από τους υδρογονάνθρακες, όπως τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, η Σαουδική Αραβία, το Μπαχρέιν, το Ομάν και το Κατάρ, έχουν αρχίσει τους τελευταίους μήνες να μειώνουν τις επιδοτήσεις, αυξάνοντας τις βασικές τιμές τροφίμων και καυσίμων για τους καταναλωτές κατά περίπου 60%. Καθώς σφίγγουν περισσότερο τη ζώνη, οι πολίτες του Κόλπου, συνηθισμένοι σε γενναιόδωρες επιδοτήσεις, ίσως να μην δεχθούν σιωπηλά αυτές τις απώλειες.

Ίσως ακόμη πιο σημαντικό, η ευαισθητοποίηση των καθεστώτων του Κόλπου για την μειούμενη εξουσία τους, ενισχύει μια επικίνδυνη αίσθηση της απειλής, που οδηγεί κάποια καθεστώτα προς μια περισσότερο επιθετική περιφερειακή συμπεριφορά. Κυρίως, ο φρενήρης, συχνά φλεγόμενος ακτιβισμός της Σαουδικής Αραβίας –όπως αποτυπώνεται στον πόλεμο στην Υεμένη ή η πρόσφατη αναγκαστική κλιμάκωση του Ριάντ με την Τεχεράνη- υπενθυμίζει την απελπισμένη οργή ενός πληγωμένου λιονταριού και καθιστά τη Σαουδική Αραβία να μοιάζει λιγότερο με ένα δυτικό σύμμαχο.

Παρά τις μαζικές απώλειες εσόδων, η Σαουδική Αραβία έχει πλημμυρίσει την πετρελαϊκή αγορά για να αντισταθμίσει την δυναμική της Τεχεράνης και να προστατεύσει τα μερίδια της αγοράς. Αυτό αποδεικνύει ότι με βάση την αξιολόγηση ρίσκου του Ριάντ, η περιφερειακή απειλή ξεκάθαρα υπερισχύει του εγχώριου κινδύνου. Η ισορροπία αυτή μπορεί να ανατραπεί σύντομα όμως. Το ΔΝΤ προβλέπει ότι με τα τρέχοντα επίπεδα δαπανών, τα κράτη του Κόλπου θα έχουν εξαντλήσει όλες τις οικονομικές τους εφεδρείες μέχρι το 2020. Και όταν το Ριάντ γίνεται νευρικό, το ίδιο θα πρέπει και η Δύση.

David Livingston, συνεργάτης στο πρόγραμμα ενέργειας και κλίματος του Carnegie
Πόσο γρήγορα γίνονται οι αλλαγές. Ήταν μόλις πριν από ένα εξάμηνο που η πτώση στις τιμές του πετρελαίου ερμηνεύθηκε ευρέως ως ένα θετικό φαινόμενο για το παγκόσμιο σύστημα, μεταφέροντας τον πλούτο μακριά από τις άσωτες πετρελαιοπαραγωγές χώρες και προς τα χέρια των καταναλωτών σε μεγάλους εισαγωγείς όπως η ΕΕ, η Ινδία και οι Φιλιππίνες.

Σήμερα, πολλοί αρχίζουν να αμφισβητούν τα δόγματα της ορθοδοξίας των χαμηλών πετρελαϊκών τιμών. Στην Ευρώπη, οι ανησυχίες για την αποπληθωριστική επίδραση της πτώσης των τιμών των εμπορευμάτων, αντισταθμίζουν την υποτιθέμενη επίδραση του πλούτου. Στη Μέση Ανατολή, η εξαφάνιση των πετροδολαρίων αρχίζει να οδηγεί στην ανάγκη να εφαρμοστούν απαραίτητες μεταρρυθμίσεις, αλλά επίσης επιδεινώνει ένα περιβάλλον άγχους και εχθρότητας. Το φθηνό πετρέλαιο καθιστά επίσης την αναγκαία μετάβαση από μια οικονομία που στηρίζεται σε ορυκτά καύσιμα, ακόμη πιο δύσκολη και πιο χρονοβόρα. Ο κίνδυνος να χαθούν οι κλιματικοί στόχοι, αυξάνεται.

Το πιο σημαντικό, η νέα αντίληψη μεταξύ των οικονομικών αναλυτών είναι ότι η ραγδαία και τεράστια πτώση των τιμών του πετρελαίου (περισσότερο από 70% στον τελευταίο ενάμιση χρόνο) είναι πιθανό να πλήξει δυσανάλογα τις τιμές των assets παγκοσμίως, ρισκάροντας μια παγίδα ρευστότητας και πιθανώς προκαλώντας μια επώδυνη περίοδο απομόχλευσης.

Καλώς ήρθατε στη νέα μη γραμμικότητα.  Η πετρελαϊκή αγορά φτερνίζεται, ο κόσμος κρυολογεί άσχημα.
 

Michael Ruhle, επικεφαλής του τμήματος ενεργειακής ασφάλειας της μονάδας αναδυόμενων προκλήσεων ασφάλειας του ΝΑΤΟ
Το φθηνό πετρέλαιο ίσως να μην σκοτώσει την παγκόσμια σταθερότητα, αλλά θα καταστήσει τις διεθνείς σχέσεις ακόμη λιγότερο προβλέψιμες.

Εάν η τιμή του πετρελαίου παραμείνει στα τρέχοντα επίπεδα, οι οικονομίες της Ρωσίας και πολλών χωρών που παράγουν πετρέλαιο στη Μέση Ανατολή και τη Βόρεια Αφρική, θα υποστούν ακόμη μεγαλύτερες απώλειες. Για τις χώρες που συνήθιζαν να εξαγοράζουν τους πολίτες τους με γενναιόδωρες επιδοτήσεις, η προοπτική του να συνεχιστεί αυτή η υπερπροσφορά πετρελαίου, πρέπει να μοιάζει σαν συνταγή για την εσωτερική αστάθεια. Προσθέστε σε αυτό μια εντεινόμενη γεωπολιτική κόντρα μεταξύ συγκεκριμένων παραγωγών στη Μέση Ανατολή, και μπορεί να καταλήξετε με μια τέλεια καταιγίδα ακριβώς στο κατώφλι του ΝΑΤΟ. Και το Ιράν δεν καν εισέλθει ακόμη στην αγορά πετρελαίου.

Από την πλευρά του ΝΑΤΟ, η Ρωσία είναι η πιο σημαντική περίπτωση. Η ρητορική στρατιωτικού εκσυγχρονισμού έρχεται σε έντονη αντίθεση με τις τεράστιες οικονομικές απώλειες που υφίσταται η χώρα λόγω του φθηνού πετρελαίου. Καθώς οι εξαγωγές πετρελαίου και φυσικού αερίου αντιστοιχούν σε περισσότερο από το ήμισυ των δημοσιονομικών εσόδων της Ρωσίας, η χώρα οδηγείται σε ύφεση. Θα καταστήσει αυτό την Ρωσία έναν πιο διαλλακτικό εταίρο; Ή η Μόσχα θα υποκύψει στα πιο σκοτεινά αντανακλαστικά του τυχοδιωκτισμού της εξωτερικής πολιτικής και μιας τάσης να κατηγορεί την Δύση για τα οικονομικά της δεινά; Η απάντηση της Ρωσίας θα είναι όφελος ή όλεθρος για την ευρωπαϊκή και για την παγκόσμια σταθερότητα.
 

Ulrich Speck, senior fellow στην Transatlantic Academy
Σε ό,τι αφορά την εξωτερική πολιτική, οι χαμηλές τιμές πετρελαίου και φυσικού αερίου έχουν μια σταθεροποιητική παρά μια αποσταθεροποιητική επίδραση. Και αυτό διότι χώρες με εξαγωγές πετρελαίου, όπως η Ρωσία, το Ιράν και η Σαουδική Αραβία, στις περισσότερες περιπτώσεις προβλέπουν αστάθεια, όχι σταθερότητα, πέρα από τα σύνορά τους.

Αυτό έχει να κάνει με την φύση αυτών των καθεστώτων. Τα περισσότερα από αυτά τα κράτη κυβερνώνται από ελίτ των οποίων η διακυβέρνηση βασίζεται σε δύο πυλώνες: αγοράζουν στήριξη από τον λαό και χρηματοδοτούν μια επεκτατική, συχνά επιθετική εξωτερική πολιτική που βοηθάει στη νομιμοποίηση του καθεστώτος και στο να αποκρούονται οι πιέσεις για τον εκδημοκρατισμό.

Σε αντίθεση με χώρες που εξαρτώνται από την αμφίδρομη σχέση πώλησης και αγοράς αγαθών και υπηρεσιών, τα κράτη που εξαρτώνται κατά κύριο λόγο από την πώληση πετρελαίου και αερίου, είναι λιγότερο εκτεθειμένα στην επίδραση της καπιταλιστικής ηθικής. Συχνά αποτυγχάνουν να επιδιώξουν μια win-win λύση στις σχέσεις τους με τον έξω κόσμο.

Μια μειωμένη ικανότητα της Ρωσίας, του Ιράν και της Σαουδικής Αραβίας να παρεμβαίνουν στην γειτονιά τους, που προκλήθηκε από τις χαμηλές τιμές αερίου και πετρελαίου, πρόκειται να οδηγήσει σε περισσότερη σταθερότητα αλλά μόνο μακροπρόθεσμα. Βραχυπρόθεσμα, αυτά τα καθεστώτα μπορεί να γίνουν ακόμη περισσότερο επιθετικά, καθώς τα θεμέλια της εξουσίας τους είναι υπό απειλή.
 

Dmitri Trenin, διευθυντής του Carnegie Moscow Center
Η συνεχιζόμενη υποχώρηση της τιμής του πετρελαίου πιθανώς μέχρι και τα 20 δολάρια το βαρέλι, δεν έχει προκαλέσει παγκόσμια αστάθεια αλλά τροφοδοτεί μαζικά την υφιστάμενη αστάθεια. Οι χώρες που εξαρτώνται από πετρελαϊκά έσοδα για τους προϋπολογισμούς τους, αντιμετωπίζουν μεγάλες εγχώριες πιέσεις και πιθανώς κοινωνική και πολιτική αναταραχή. Είναι τώρα οι (ακόμη εύπορες) μοναρχίες του Κόλπου και όχι τα φτωχότερα αραβικά καθεστώτα που αισθάνονται το τσίμπημα. Το αποτέλεσμα δεν θα είναι αναγκαστικά μια νέα εκδοχή της Αραβικής Άνοιξης, αλλά θα είναι αισθητό.

Για την Ρωσία, η δραματική πτώση των πετρελαϊκών τιμών έχει δώσει την χαριστική βολή στο οικονομικό μοντέλο με το οποίο επιβίωνε η χώρα για 15 χρόνια και έχει προχωρήσει για να υπονομεύσει τις διάφορες πολιτικές και κοινωνικές σχέσεις που κρατούν την χώρα ενωμένη. Η Ρωσία δεν έχει απλώς περιέλθει σε μια σοβαρή κρίση. Πλήττεται επίσης από μια εσωτερική κρίση εμπιστοσύνης και απουσιάζει μια έννοια κατεύθυνσης. Όλα αυτά συμβαίνουν σε μια στιγμή ασυνήθιστου ακτιβισμού εξωτερικής πολιτικής της Ρωσίας, καθώς η Μόσχα έχει βγει από την μετά τον Ψυχρό Πόλεμο τάξη και παρενέβη στρατιωτικά στην Ουκρανία και στη Συρία. Η Εξαθλίωση κάνει το Κρεμλίνο να περιορίσει τις ασχολίες της στο περιθώριο, αλλά στο κεντρικό μέτωπο, το Κρεμλίνο είναι απίθανο να κερδίσει μια υποχώρηση.

Κατ’ αρχή, η πτώση της τιμής του πετρελαίου θα μπορούσε να φέρει την Ρωσία πίσω στον οικονομικό και πολιτικό ρεαλισμό και να της δώσει την απαραίτητη ώθηση για την οικονομική διαφοροποίηση, την τεχνολογική ανάπτυξη και τις επενδύσεις σε ανθρώπινο κεφάλαιο. Ωστόσο, αυτές οι ελπίδες δεν έχουν πραγματοποιηθεί μέχρι στιγμής. Οι τωρινές ελίτ πλουσίων είναι πολύ προσκολλημένες στο τρέχον modus operandi τους για να αλλάξουν τους τρόπους τους. Αντιθέτως, ελπίζουν ότι η τιμή του πετρελαίου σύντομα θα οδηγηθεί σε ένα ανεκτό επίπεδο. Αυτοί που συνεχίζουν να επιδεικνύουν ενδιαφέρον για την αλλαγή, παραμένουν πολύ ασθενείς για να κάνουν τη διαφορά. Με την αναγέννηση της Ρωσίας να έχει αναβληθεί, η παρακμή της έχει επιταχυνθεί.

Wang Tao, non resident scholar στο πρόγραμμα ενέργειας και κλίματος του Carnegie, στο Carnegie-Tsinghua Center
Η Κίνα, ως ο μεγαλύτερος εισαγωγέας πετρελαίου παγκοσμίως, δεν επικροτεί τις τρέχουσες τιμές του πετρελαίου. Είναι αλήθεια ότι οι χαμηλές τιμές του πετρελαίου θα μπορούσαν να σημαίνουν μεγάλη εξοικονόμηση για την Κίνα σε ό,τι αφορά τις εισαγωγές πετρελαίου, αλλά η μη διάφανη τιμολογιακή πολιτική του Πεκίνου στα εγχώρια πετρελαϊκά προϊόντα, αύξησε τη δυσαρέσκεια μεταξύ του λαού όταν η προσαρμογή των τιμών από την Κίνα για την βενζίνη, δεν κατόρθωσε να ακολουθήσει τις διεθνείς τάσεις. Οι Κινέζοι πολίτες απέρριψαν την δικαιολογία της κυβέρνησης για την προστασία του περιβάλλοντος, παρά τις τρεις ειδοποιήσεις για την ατμοσφαιρική ρύπανση στο Πεκίνο σε τέσσερις εβδομάδες, στο τέλος του 2015.

Η χαμηλή τιμή του πετρελαίου έχει καταστήσει ασύμφορα οικονομικά τα πετρελαϊκά επενδυτικά projects της Κίνας, όπως τις συμβάσεις εισαγωγής πετρελαίου και φυσικού αερίου που υπέγραψαν προσφάτως οι κινεζικές εθνικές πετρελαϊκές εταιρείες. Στην περίπτωση της Βενεζουέλας, όπου η Κίνα έχει επενδύσει δισ. δολαρίων και ακόμη έχει δεκάδες δισ. δολαρίων σε ανεξόφλητα δάνεια, ο κίνδυνος για το κυβερνών καθεστώς και για τα assets της Κίνας αυξάνεται με ανησυχητικό ρυθμό.

Μακροπρόθεσμα, οι χαμηλές τιμές ορυκτών καυσίμων θα αποτρέψουν επίσης τις εγχώριες προσπάθειες της Κίνας να αναπτύξει ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και να επιδιώξει μια οικονομική μετάβαση, οδηγώντας σε μεγαλύτερη μόλυνση και οικονομική αναστάτωση τόσο στην Κίνα όσο και στον κόσμο. Το γλέντι δεν είναι ποτέ βιώσιμο στη ζωή, είτε αφορά τους παραγωγούς είτε τους καταναλωτές.

Μπορείτε να δείτε το κείμενο εδώ

capital.gr