Πως πρέπει να γίνει η “ελάφρυνση” του χρέους;

Το δημόσιο χρέος “πνίγει” την οικονομία και την κοινωνία

Του Μανόλη Γ. Δρεττάκη

Το δημόσιο χρέος που επισώρευσαν στη χώρα όλες οι κυβερνήσεις μέχρι το 2014 “πνίγει” την οικονομία και την κοινωνία

Ο βασικός λόγος για τον οποίο η Ελλάδα βρίσκεται ουσιαστικά υπό τον έλεγχο των δανειστών της και όλες οι κυβερνήσεις εξαναγκάζονται στην εφαρμογή των εντολών τους, δηλαδή των μέτρων των Μνημονίων που υπογράφουν και η Βουλή ψηφίζει προκειμένου να της χορηγηθούν νέα δάνεια, είναι η αδυναμία της να εξυπηρετήσει το δυσθεώρητο δημόσιο χρέος, δηλαδή να καταβάλει τα χρεολύσια και τους τόκους των δανείων που έχει λάβει από αυτούς.

Στοιχεία για την εξέλιξη του δημόσιου χρέους και του ΑΕΠ σε δις. ευρώ –τα οποία θα χρησιμοποιήσουμε στη συνέχεια– υπάρχουν στη βάση δεδομένων της Στατιστικής Υπηρεσίας της Ε.Ε., της Eurostat μόνο από το 1995 και μετά, ενώ εκείνα για το 2016 και 2017 είναι οι προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής που δόθηκαν στη δημοσιότητα στις αρχές Μαΐου. Το δημόσιο χρέος, όμως, έχει μακρά ιστορία. Για το λόγο αυτό είναι ανάγκη να κάνουμε μια μικρή αναδρομή για το πώς δημιουργήθηκε και έφτασε στο επίπεδο στο οποίο βρισκόταν το 1995.

Ακόμη και σήμερα οι νοσταλγοί της χούντας ισχυρίζονται ότι δεν άφησαν δημόσιο χρέος οι επίορκοι συνταγματάρχες που κατέλυσαν τη δημοκρατία. Μέγα ψεύδος. Με βάση τα στοιχεία που περιλαμβάνονται στις επετηρίδες της Εθνικής Στατιστικής Υπηρεσίας (ΕΣΥΕ), οι συνταγματάρχες παρέλαβαν δημόσιο χρέος 35 δις. δραχμών το 1967 και το εκτίναξαν στα 115 δις. δραχμές το 1974. 

Στη συνέχεια το δημόσιο χρέος τόσο σε δις. δραχμές όσο και ως ποσοστό του ΑΕΠ αυξήθηκε: από τις κυβερνήσεις: της Ν.Δ. υπό τον Κ. Καραμανλή την επταετία 1974-81, του ΠΑΣΟΚ υπό τον Α. Παπανδρέου την οκταετία 1981-89 (και μάλιστα με υψηλότερους κατ’ έτος ρυθμούς απ’ ό, τι η Ν.Δ.), της Ν.Δ. υπό τον Κ. Μητσοτάκη την περίοδο 1990-1993 και του ΠΑΣΟΚ υπό τον Α. Παπανδρέου την περίοδο 1993-1995. 

Με βάση τα στοιχεία της Eurostat που προαναφέρθηκαν στην 1η στήλη του Πίνακα δίνεται το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν (ΑΕΠ) σε εκατ. ευρώ σε τρέχουσες τιμές, στη 2η στη το δημόσιο χρέος επίσης σε εκατ. ευρώ σε τρέχουσες τιμές και στην 3η στήλη το δημόσιο χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ. Οι διαχωριστικές γραμμές αναφέρονται σε περιόδους διακυβέρνησης της χώρας από διαφορετικά κόμματα. 

Από τον παρακάτω Πίνακα φαίνεται ότι το δημόσιο χρέος:

– Το 1995, με ευθύνη όλων των κυβερνήσεων που προαναφέρθηκαν, ξεπέρασε τα 100 δις. ευρώ και ως ποσοστό του ΑΕΠ πλησίασε το 100%, δηλαδή το ύψος του ήταν σχεδόν ίσο με ό, τι παρήγαγε η χώρα το έτος εκείνο.

– Την 9ετή περίοδο 1996-2004 οι κυβερνήσεις ΠΑΣΟΚ (1995-96 υπό Ανδρέα Παπανδρέου και 1996-2004 υπό τον Κώστα Σημίτη) πρόσθεσαν σχεδόν 100 δις. ευρώ στο δημόσιο χρέος σε τρέχουσες τιμες (δηλαδή ποσό σχεδόν ίσο με εκείνο όλων των προηγούμενων κυβερνήσεων). Το δημόσιο χρέος, όμως, ως ποσοστό του ΑΕΠ αυξήθηκε ελάχιστα λόγω του ότι το ΑΕΠ σε τρέχουσες τιμες αυξανόταν (λόγω ανάπτυξης και πληθωρισμού) με ρυθμό σχεδόν ίσο εκείνο του δημόσιου χρέους.

– Την 5ετή περίοδο 2004-2009 οι δύο κυβερνήσεις Ν.Δ. (υπό τον Κώστα Καραμανλή) πρόσθεσαν στο δημόσιο χρέος 102 δις. ευρώ (δηλαδή σε 5 χρόνια περισσότερα απ’ ό, τι σε 9 χρόνια το ΠΑΣΟΚ) και ως ποσοστό του ΑΕΠ επίσης περισσότερο εξαιτίας του ό, τι οι ρυθμός ανάπτυξης και ο πληθωρισμός ήταν χαμηλότεροι απ’ ό, τι την περίοδο 1995-2004.

– Την 5ετής περίοδο οι μνημονιακές κυβερνήσεις ΠΑΣΟΚ-ΝΔ (υπό Γιώργο Παπανδρέου και Αντώνη Σαμαρά με Αντιπρόεδρο της κυβέρνησης των Ευάγγελο Βενιζέλο) – παρά τη μείωση του κατά 50 δις. λόγω του «κουρέματος» που έγινε το 2011 (εξαιτίας του οποίου, οι Τράπεζες απώλεσαν μεγάλο ποσοστό των κεφαλαίων τους που είχαν επενδυθεί σε ομόλογα του δημοσίου και, για τον ίδιο λόγο, χρεοκόπησαν τα ασφαλιστικά ταμεία και άλλοι δημόσιοι οργανισμοί και ιδρύματα, αλλά και οι οικονομίες ιδιωτών) – αυξήθηκε πάλι και το 2014 έφτασε σε δις. ευρώ σχεδόν στο ύψος στο οποίο βρισκόταν το 2009, αλλά εκτινάχτηκε στο 180% του ΑΕΠ εξαιτίας της πρωτοφανούς μείωσης του ΑΕΠ της χώρας κατά 25% η οποία οφείλεται στη δραστική μείωση μισθών και συντάξεων, κλείσιμο εκατοντάδων χιλιάδων επιχειρήσεων, εκτίναξη της ανεργίας στο 1.300.000 κλπ, δεινά που προκάλεσε η εφαρμογή των μέτρων των δύο πρώτων Μνημονίων).

– Το 2015, πρώτο έτος διακυβέρνησης της χώρας από ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝ.ΕΛ. (υπό τον Αλέξη Τσίπρα με Αντιπρόεδρο της κυβέρνησης τον Πάνο Καμένο) το δημόσιο χρέος μειώθηκε κατά 8,3 δις. ευρώ λόγω λογιστικών εγγραφών και ως ποσοστό του ΑΕΠ λόγω του ότι η μείωση του ΑΕΠ (η ύφεση) ήταν μικρότερη απ’ ό, τι η εκείνη του δημόσιου χρέους.

– Το 2016 δεύτερο, όμως, έτος διακυβέρνησης της χώρας από ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝ.ΕΛ., με βάση τις προβλέψεις της Ευρωπαϊκής επιτροπής, το δημόσιο χρέος θα αυξηθεί σε ευρώ (και θα φτάσει στο επίπεδο στο οποίο βρισκόταν το 2014) και περισσότερο ως ποσοστό του ΑΕΠ, λόγω του ότι θα υπάρξει ελαφρά μείωση του ΑΕΠ (δηλαδή ύφεση) και θα φτάσει στο 182% του ΑΕΠ το υψηλότερο επίπεδο όλων των εποχών (υψηλότερο ακόμη και εκείνου του 2014).

– Το 2017, πάλι με βάση τις προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπή, το δημόσιο χρέος σε ευρώ θα αυξηθεί, αλλά ως ποσοστό του ΑΕΠ θα μειωθεί επειδή το ΑΕΠ προβλέπεται να αυξηθεί, δηλαδή να αρχίσει η ανάπτυξη.

Τα όσα αναφέρθηκαν για τα έτη 2016 και 2017 είναι προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και δεν γνωρίζουμε αν και κατά πόσο τα τελικά αποτελέσματα για τα έτη αυτά θα τις επιβεβαιώσουν. Ανεξάρτητα, όμως, αν αυτό συμβεί ή όχι , το ύψος του δημόσιου χρέους σε ευρώ και, κυρίως, ως ποσοστό του ΑΕΠ θα εξακολουθήσει να είναι δυσθεώρητο και να αποτελεί βρόχο για την οικονομία.

Ο βρόχος αυτός θα χαλαρώσει αν, μετά την αξιολόγηση, οι δανειστές συμφωνήσουν σε μια μεγάλη και ουσιαστική ελάφρυνσή του δημόσιου χρέους (δηλαδή επιμήκυνση της περιόδου εξόφλησης του, μείωση του επιτοκίου, αναβολή καταβολής τόκων κλπ), δεδομένου ότι, δυστυχώς, το «κούρεμα» του χρέους έχει αποκλειστεί από τους δανειστές, στους οποίους το 95% των νέων δανείων (και όχι βοήθειας) που μας χορηγούν «πηγαίνει» στην εξόφληση προηγούμενων δανείων που μας έχουν χορηγήσει οι ίδιοι.

Αν, παρ’ ελπίδα η πολυδιαφημισμένη «ελάφρυνση» είναι ισχνή, οι ρυθμοί τόσο της ανάπτυξή της ανάπτυξης όσο και της ανακούφισης της κοινωνίας από το δυσβάστακτα βάρη που τις έχουν επιβληθεί, θα είναι βραδείς, δηλαδή θα χρειαστούν πολλά χρόνια για να επανέλθουμε στο επίπεδο στο οποίο βρισκόταν η χώρα πριν από τα Μνημόνια.

*Ο Μανόλης Γ. Δρεττάκης είναι τέως: Αντιπρόεδρος της Βουλής, Υπουργός και Καθηγητής της ΑΣΟΕΕ.

Πηγή