28 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 1940 – 28 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 2015 : ΕΝΔΟΞΕΣ ΜΝΗΜΕΣ. ΣΕΛΙΔΕΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΚΑΙ ΝΤΟΚΟΥΜΕΝΤΑ 

Προς τον ελληνικόν λαόν,

Η στιγμή επέστη που θα αγωνισθώμεν διά την ανεξαρτησίαν της Ελλάδος, την ακεραιότητα και την τιμήν της. Μολονότι επεδείξαμεν την πλέον αυστηράν ουδετερότητα και ίσην, προς όλους, η Ιταλία μη αναγνωρίζουσα εις ημας το δικαίωμα να ζώμεν ως ελεύθεροι Έλληνες μου εζήτησεν σήμερον την 3ην πρωινήν ώραν, την παράδοσιν τμημάτων του εθνικού εδάφους κατά την ιδίαν αυτής βούλησιν ότι προς κατάληψιν αυτών η κίνησις των στρατευμάτων της. θα ήρχιζε την 6ην πρωινήν. Απήντησα εις τον Ιταλόν Πρέσβυν ότι θεωρώ και το αίτημα αυτό καθ’ εαυτό και τον τρόπον με τον οποίον γίνεται τούτο ως κήρυξιν πολέμου της Ιταλίας κατά της Ελλάδος.

Έλληνες,

τώρα θα αποδείξωμεν εάν είμεθα άξιοι των προγόνων μας και της ελευθερίας, την οποίαν μας εξησφάλισαν οι προπάτορές μας. Όλον το Έθνος ας εγερθή σύσσωμον, αγωνισθήτε διά την Πατρίδα, τας γυναίκας, τα παιδιά σας, και τας ιεράς μας παραδόσεις.

Νυν υπέρ πάντων ο αγών

Ο Πρόεδρος της Κυβερνήσεως

Ιωάννης Μεταξάς

 H Ιταλία κηρύσσει πόλεμο και προσβάλλει τα από Αλβανίας σύνορα της Ελλάδας. Συνάντηση Χίτλερ – Μουσσολίνι στη Φλωρεντία, τοπική ώρα 11.00. “Φύρερ, προελαύνουμε..” ήταν τα πρώτα λόγια του Μουσσολίνι.

Ο ελληνοϊταλικός πόλεμος του 1940 ήταν η πολεμική σύγκρουση μεταξύ Ελλάδας και Ιταλίας, η οποία διήρκεσε από τις 28 Οκτωβρίου 1940 μέχρι τις 23 Απριλίου 1941. Επίσημη έναρξη του Πολέμου θεωρείται η «επίδοση του τελεσιγράφου», ενώ μετά τις 6 Απριλίου 1941, με την επέμβαση των Γερμανών, συνεχίστηκε ως ελληνοιταλικογερμανικός πόλεμος.

Ο πόλεμος αυτός ήταν το αποτέλεσμα της επεκτατικής πολιτικής του φασιστικού καθεστώτος του Μπενίτο Μουσολίνι που είχε εγκαθιδρύσει στην Ιταλία. Στα μέσα του 1940, ο Μπενίτο Μουσολίνι, έχοντας ως πρότυπο τις κατακτήσεις του Αδόλφου Χίτλερ, θέλησε να αποδείξει στους Γερμανούς συμμάχους του Άξονα ότι μπορεί και ο ίδιος να οδηγήσει την Ιταλία σε ανάλογες στρατιωτικές επιτυχίες. Η Ιταλία είχε ήδη κατακτήσει την Αλβανία από την άνοιξη του 1939, καθώς και πολλές βρετανικές βάσεις στην Αφρική, όπως τη Σομαλιλάνδη, το καλοκαίρι του 1940, αλλά αυτές δεν ήταν επιτυχίες ανάλογες αυτών της ναζιστικής Γερμανίας. Ταυτόχρονα ο Μουσολίνι επιθυμούσε να ισχυροποιήσει τα συμφέροντα της Ιταλίας στα Βαλκάνια, που ένοιωθε ότι απειλούνταν από τη γερμανική πολιτική από την στιμή που η Ρουμανία είχε δεχθεί την γερμανική προστασία για τα πετρελαϊκά της κοιτάσματα.

Τις πρώτες πρωινές ώρες της 28ης Οκτωβρίου του 1940, ο Ιταλός Πρέσβης στην Αθήνα, Εμανουέλε Γκράτσι επέδωσε ιδιόχειρα στον Έλληνα Πρωθυπουργό Ιωάννη Μεταξά, στην οικία του δεύτερου, στην Κηφισιά, τελεσίγραφο, με το οποίο απαιτούσε την ελεύθερη διέλευση του Ιταλικού στρατού από την Ελληνοαλβανική μεθόριο, προκειμένου στη συνέχεια να καταλάβει κάποια στρατηγικά σημεία του Ελληνικού Βασιλείου, (λιμένες, αεροδρόμια κλπ.), για τις ανάγκες ανεφοδιασμού και άλλων διευκολύνσεών του για τη μετέπειτα προώθησή του στην Αφρική. Μετά την άρνηση του Πρωθυπουργού (το περίφημο «όχι»), ιταλικές στρατιωτικές δυνάμεις άρχισαν τις στρατιωτικές επιχειρήσεις εισβολής στην Ελλάδα.

  • Αξίζει να σημειωθεί στο σημείο αυτό, ότι ανεξάρτητα των όσων έχουν γραφεί κατά καιρούς σε διάφορα έντυπα, ο πόλεμος αυτός δεν ήταν αιφνίδιος. Η επίδοση του τελεσιγράφου αναμενόταν ήδη από ημέρα σε ημέρα, η δε ημερομηνία αυτή της επίδοσης θεωρούνταν η πλέον πιθανή δεδομένου ότι αποτελούσε εθνική επέτειο του φασισμού στην Ιταλία από το 1925. Αλλά και από ένα τεράστιο δίκτυο πληροφοριών που είχε αναπτυχθεί τότε, σε συνδυασμό με διάφορα γεγονότα όπως αναφέρονται παρακάτω, οδηγούσαν με απόλυτη ακρίβεια την επερχόμενη πολεμική σύγκρουση κατά την οποία η Ελλάδα βρέθηκε τουλάχιστον έτοιμη να την αντιμετωπίσει.

Ο Ελληνικός Στρατός αντεπιτέθηκε και ανάγκασε τον ιταλικό σε υποχώρηση και μέχρι τα μέσα Δεκεμβρίου, σχεδόν το ένα τέταρτο του εδάφους της Αλβανίας είχε καταληφθεί από τους Έλληνες. Η αντεπίθεση των Ιταλών, το Μάρτιο του 1941, απέτυχε, με κέρδος μόνο μικρές εδαφικές εκτάσεις στην περιοχή της Χειμάρρας. Τις πρώτες μέρες του Απριλίου, με την έναρξη της γερμανικής επίθεσης, οι Ιταλοί ξεκίνησαν και αυτοί νέα αντεπίθεση. Από τις 12 Απριλίου, ο Ελληνικός Στρατός άρχισε να υποχωρεί από την Αλβανία, για να μην περικυκλωθεί από τους προελαύνοντες Γερμανούς. Ακολούθησε η συνθηκολόγηση με τους Γερμανούς, στις 20 Απριλίου και με τους Ιταλούς, τρεις μέρες αργότερα, οι οποίες περαίωσαν τυπικά τον ελληνοϊταλικόγερμανικό πόλεμο.

Η απόκρουση της ιταλικής εισβολής αποτέλεσε τη πρώτη νίκη των Συμμάχων κατά των δυνάμεων του Άξονα στη διάρκεια του Δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου και ανύψωσε το ηθικό των λαών στη σκλαβωμένη Ευρώπη. Πολλοί ιστορικοί υποστηρίζουν ότι η νίκη των Ελλήνων επηρέασε την έκβαση ολόκληρου του πολέμου, καθώς υποχρέωσε τους Γερμανούς να αναβάλουν την επίθεση κατά της Σοβιετικής Ένωσης, προκειμένου να βοηθήσουν τους συμμάχους τους Ιταλούς που έχαναν τον πόλεμο με την Ελλάδα. Η καθυστερημένη επίθεση τον Ιούνιο του 1941, ενέπλεξε τις γερμανικές δυνάμεις στις σκληρές συνθήκες του ρωσικού χειμώνα, με αποτέλεσμα την ήττα τους στη διάρκεια της Μάχης της Μόσχας.

Προς τον ελληνικόν λαόν,

Ο πρόεδρος της Κυβερνήσεως ανήγγειλε προ ολίγου υπό ποίους όρους ηναγκάσθημεν να κατέλθωμεν εις πόλεμον κατά της Ιταλίας, επιβουλευθείσης την ανεξαρτησίαν της Ελλάδος.

Κατά την μεγάλην αυτήν στιγμήν είμαι βέβαιος, ότι κάθε Έλλην και κάθε Ελληνίς θα επιτελέση το καθήκον μέχρι τέλους και θα φανή αντάξιος της ενδόξου ημών ιστορίας.

Με πίστιν εις τον Θεόν και εις τα Πεπρωμένα της φυλής, το Έθνος σύσσωμον και πειθαρχούν ως εις άνθρωπος θα αγωνισθή υπέρ βωμών και εστιών μέχρι της τελικής νίκης.

Εν τοις ανακτόροις των Αθηνών τη 28η Οκτωβρίου 1940

Γεώργιος Β΄

 

Τέκνα εν Κυρίω αγαπητά

Η Α.Μ. ο Βασιλεύς και ο πρόεδρος της εθνικής ημών κυβερνήσεως καλούν ημάς πάντας ίνα αποδυθώμεν εις Άγιον υπέρ Πίστεως και Πατρίδος αμυντικόν αγώνα. Η Εκκλησία ευλογεί τα όπλα τα ιερά και πέποιθεν ότι τα τέκνα της Πατρίδος ευπειθή εις το κέλευσμα Αυτής και του Θεού θα σπεύσουν εν μιά ψυχή και καρδιά ν΄ αγωνισθούν υπέρ βωμών και εστιών και της Ελευθερίας και τιμής και θα συνεχίσουν ούτω την απ΄ αιώνων πολλών αδιάκοπον σειράν των τιμίων και ενδόξων αγώνων και θα προτιμήσουν τον ωραίον θάνατον από την άσχημον ζωήν της δουλείας. Και μη φοβούμεθα από των αποκτεινόντων το σώμα, την δε ψυχήν μη δυναμένων αποκτείναι, ας φοβούμεθα δε μάλλον τον δυνάμενον και ψυχή και σώμα απωλέσαι.
Επιρρίψωμεν επί Κύριον την μέριμναν ημών και Αυτός θα είναι βοηθός και αντιλήπτωρ εν τη αμύνη κατά της αδίκου επιθέσεως των εχθρών. Ούτοι εν άρμασι και ούτοι εν ίπποις, ημείς δε εν ονόματι Κυρίου του Θεού και εν τη γενναιότητι και ανδρεία μεγαλυνθησόμεθα.

Η χάρις του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού και η αγάπη του Θεού και Πατρός είη ματά πάντων ημών.

Ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και Πάσης Ελλάδος Χρύσανθος.

Η Α.Μ. ο Βασιλεύς και η Εθνική Κυβέρνησις μου ενεπιστεύθησαν την αρχηγίαν του Στρατού.
Αναλαμβάνων αυτήν, καλώ τους Αξιωματικούς και οπλίτας του Ελληνικού Στρατού εις την εκτέλεσιν του υψίστου προς την Πατρίδα καθήκοντος με την μεγαλυτέραν αυταπάρνησιν και σταθερότητα. Ουδείς πρέπει να υστερήσει.

Η υπόθεσις του αγώνος, τον οποίον μας επέβαλεν ο αχαλίνωτος ιμπεριαλισμός μιας Μεγάλης Δυνάμεως, η οποία ουδέν είχε ποτέ να φοβηθή από ημάς, είναι η δικαιοτέρα υπόθεσις, την οποίαν είναι δυνατόν να υπερασπισθή ένας Στρατός. Πρόκειται περί αγώνος υπάρξεως. Θα πολεμήσωμεν με πείσμα, με αδάμαστον εγκαρτέρησιν, με αμείωτον μέχρι τελευταίας πνοής ενεργητικότητα. Έχω ακράδαντον την πεποίθησιν ότι ο Ελληνικός Στρατός θα γράψη νέας λαμπράς σελίδας εις την ένδοξον ιστορίαν του Έθνους.

Μή αμφιβάλλετε ότι τελικώς θα επικρατήσωμεν με την βοήθειαν και την ευλογίαν του Θεού και τας ευχάς του Έθνους.

Έλληνες Αξιωματικοί και οπλίται φανήτε ήρωες!

Αρχιστράτηγος Αλέξανδρος Παπάγος

Προς Πρωθυπουργόν Ελλάδος κ. Ι. Μεταξά

Λονδίνο 28 Οκτωβρίου 1940

Αι απειλαί και αι εκφοβιστικαί προσπάθειαι της Ιταλίας απεδείχθησαν ανίσχυροι προ του ηρέμου θάρρους σας. Δι΄ ο και προσέφυγεν αύτη εις απρόκλητον επίθεσιν κατά της πατρίδος σας, αναζητούσα εις αβασίμους κατηγορίας την δικαίωσιν της επαισχύντου πράξεώς της. Ο τρόπος κατά τον οποίον ο ελληνικός λαός, υπό την ανταξίαν αυτού ηγεσίαν σας, αντιμετώπισε τους κινδύνους και τας προκλήσεις των τελευταίων μηνών, προκαλεί τον θαυμασμόν του Βρεττανικού λαού διά την Ελλάδα. Αι μεγάλαι αρεταί του ελληνικού λαού θα τον στηρίξουν και κατά την παρούσαν δοκιμασίαν.

Θα σας παράσχωμεν πάσαν δυνατήν συνδρομήν, θα πολεμήσωμεν μαζί σας τον κοινόν εχθρόν και μαζί θα μοιρασθώμεν την νίκην μας.

Ουΐνστων Τσώρτσιλ

“10 Απριλίου 1941″

Μετά τήν συνθηκολόγηση μέ τήν Γερμανία παραδίδονται τά οχυρά Παλιουριώνες* καί Ρούπελ*. Οί Γερμανοί εκφράζουν τόν θαυμασμό τους στούς Ελληνες στρατιώτες, δηλώνουν ότι αποτελεί τιμή καί υπερηφάνεια τό ότι είχαν σάν αντίπαλο έναν τέτοιο στρατό καί ζητούν από τόν Ελληνα διοικητή νά επιθεωρήσει τόν Γερμανικό στρατό ώς ένδειξη τιμής καί αναγνωρίσεως! Η Γερμανική Σημαία υψώνεται μόνο μετά τήν πλήρη αποχώρηση τού Ελληνικού Στρατού.

Ένας Γερμανός αξιωματικός τής αεροπορίας εδήλωσε στόν διοικητή τής ομάδος μεραρχιών Ανατολικής Μακεδονίας αντιστράτηγον Δέδε ότι ό Ελληνικός Στρατός ήταν ό πρώτος στρατός στόν οποίον τά στούκας δέν προκάλεσαν πανικό.

“Οι στρατιώται σας” είπε, ”αντί νά φεύγουν αλλόφρονες, όπως έκαναν είς τήν Γαλλία καί τήν Πολωνία, μας επυροβόλουν από τας θέσεις των.”

 

Οχυρό Ρούπελ

Το οχυρό Ρούπελ είναι το μεγαλύτερο συγκρότημα της οχυρωμένης τοποθεσίας κατά μήκος των ελληνοβουλγαρικών συνόρων που έφερε το όνομα Γραμμή Μεταξά, με συνολικό ανάπτυγμα καταφυγίων 1.849 μέτρα και μήκος στοών 4.251 μέτρα. Το Ρούπελ, κατασκευασμένο στις δυτικές αντηρίδες του όρους Τσιγγέλι στον ποταμό Στρυμόνα , μαζί με το οχυρό Παλιουριώνεςεξασφάλιζαν τη στενωπό Ρούπελ.

 

Χρονικό οχυρού Ρούπελ (6 – 9 Απριλίου 1941)

6 Απριλίου

H γερμανική επίθεση εκδηλώθηκε στις 05.15 της 6ης Απριλίου. Για τον κανονισμό των βολών πυροβολικού είχε μεταφερθεί στα βόρεια του Στρυμόνα ένα δέσμιο στη γη αερόστατο, η παρουσία του ήταν προκλητική καθώς η ελληνικές δυνάμεις στερούσαν από αεροπορική κάλυψη. Ελάχιστα λεπτά αργότερα άρχισαν οι επιθέσεις από αεροσκάφη στούκας, στόχος τους εκτός από το οχυρό ήταν και το Κέντρο Αντίστασης Καπίνας.

Η γερμανική επίθεση στα ανατολικά του Ρούπελ

Στα ανατολικά του αριστερού υποτομέα του Συγκροτήματος Σιδηροκάστρου έδρασαν τα τάγματα ΙΙ/125 & ΙΙΙ/125, όπου σύμφωνα με το σχέδιο της επίθεσης έπρεπε πρώτα να καταλάβουν το ύψωμα 350 στο διάκενο των οχυρών Ρούπελ-Καρατάς. Για να μην καταληφθεί το ύψωμα πολέμησαν, η διμοιρία του φυλακίου Κούλας, και του 3ου λόχου προκάλυψης. Το ΙΙ/125 τάγμα πλησίασε, στις 06.40, το ύψωμα 350 και το κατέλαβε με αιφνιδιαστική επίθεση, ακολουθούμενο από το ΙΙΙ/125.

Επίθεση του ΙΙΙ/125 γερμανικού τάγματος

Εκμεταλλευόμενοι τις πτυχώσεις του εδάφους, οι Γερμανοί έφθασαν σε απόσταση 200 μ. από τα έργα του οχυρού Ρούπελ. Οι υπερασπιστές του οχυρού μαζί με την βοήθεια του Καρατάς και του πυροβολικού κατάφεραν να αποκρούσουν και της τρεις επιθέσεις του τάγματος.

Διείσδυση του ΙΙ/125 γερμανικού τάγματος στα νώτα του Ρούπελ

Οι Γερμανοί του ΙΙ/125 τάγματος υποβλήθηκαν σε παρόμοιες δοκιμασίες, αλλά ήταν ο μόνος πραγματικός κίνδυνος για τις ελληνικές δυνάμεις καθ’όλοι την διάρκεια του αγώνα. Από τους 100 άντρες πέρασαν οι 60 με μια ομάδα βαρέων πολυβόλων και μια ομάδα διαβιβαστών. Οι υπόλοιποι λόχοι του τάγματος γνώρισαν την καταστροφή. Ο 5ος λόχος σχεδόν διαλύθηκε. Ο 8ος κατάφερε να περάσει το βράδυ της 6-7/4 και ενώθηκε με τα υπόλοιπα τμήματα το μεσημέρι της 7/4 με πολύ μεγάλες απώλειες.

7 Απριλίου

Την αυγή του 7ης Απριλίου συγκροτήθηκαν τρεις περίπολοι του Ρούπελ με αποστολή την εκκαθάριση της περιοχής από τους εχθρούς και την αποκατάσταση της τηλεφωνικής επικοινωνίας. Αποτέλεσμα αυτής της περιπολίας ήταν η σύλληψη 14 αιχμαλώτων με 3 συσκευές ασυρμάτου και 2 όλμους. Επίσης δεν έλειψαν οι αεροπορικοί βομβαρδισμοί, μάλιστα στις 7 και 8 Απριλίου, τα στούκας χρησιμοποίησαν βόμβες 500 κιλών. Η υποχώρηση των Γερμανών και οι μικρές απόλυες των Ελλήνων υπερασπιστών ανύψωσαν το ηθικό των Ελλήνων. Ο Παπακωνσταντίνου σημειώνει χαρακτηριστικά: “Το ηθικόν των στρατιωτών υπέροχον. Τους βομβαρδισμούς και την κόλασιν πυρός υποδέχοντο με ζητωκραυγάς“.

Αγώνες εναντίον των Γερμανών στα νώτα του Ρούπελ.

Η παρουσία των Γερμανών στα νότια του οχυρού Ρούπελ απασχόλησε τις ελληνικές δυνάμεις. Η διμοιρία αρμάτων που θα ενεργούσε με το απόσπασμα του Παπαχατζή δεν χρησιμοποιήθηκε λόγω εδαφικών δυσχερειών. Εναντίων των Γερμανών που είχαν καταλάβει το παρατηρητήριο της 7ης πυροβολαρχίας στο ύψωμα Τεπελάρ κινήθηκαν δύο διμοιρίες του 3ου λόχου υπό των Νιάνου και Παπαχατζή υπό τον ανθυπολοχαγού Καρατζά. Μετά από ολοήμερη μάχη, οι ελληνικές δυνάμεις κατάφεραν να απωθήσουν τους Γερμανούς στο ύψωμα Γκολιαμά ανάμεσα στο χωριό Κλειδί και το λόφο Λουτρών.

8 Απριλίου

Στις 6:00 το πρωί της 8ης Απριλίου το οχυρό Ρούπελ δέχτηκε νέο σφοδρό βομβαρδισμό από την αεροπορία και το πυροβολικό, που συνεχίστηκε όλη την ημέρα. Οι Γερμανοί του ΙΙΙ/125 τάγματος ετοιμάστηκαν για νέα επίθεση με τρεις ομάδες εδάφους και μία διμοιρία σκαπανέων. Για το σκοπό αυτό ενισχύθηκε με δύο διμοιρίες του 13ου και 14ου λόχου.Οι απώλειες του οχυρού την ημέρα αυτή ήταν ένας νεκρός και τέσσερις τραυματίες οπλίτες ενώ οι υλικές ήταν ελάχιστες. Σημαντικές, αντίθετα, ήταν οι απώλειες του εχθρού. Ενέργειες για την εξουδετέρωση των Γερμανών στα νώτα του Ρούπελ. Πιο σοβαρή ήταν η κατάσταση στα νότια του οχυρού αφού το ΙΙ/125 τάγμα ενισχύθηκε από την κάθοδο των γερμανών δυνάμεων της 5ης Ορεινής Μεραρχίας στα δυτικά του Στρυμόνα.

Η κατάσταση χειροτέρεψε για την ελληνική πλευρά γιατί η Ομάδα Μεραρχιών διέταξε τα τάγματα του 41 Συντάγματος Πεζικού να επιστρέψουν στης αρχικές τους θέσεις μάχης. Η κατάσταση ήταν κρίσιμη καθώς η επόμενη προγραμματισμένη ενέργεια ήταν η διάβαση του Στρυμόνα από την 5η Ορεινή Μεραρχία.

9 Απριλίου

Το οχυρό Ρούπελ υπέστη βομβαρδισμούς πυροβολικού και αεροπορίας και την ημέρα αυτή. Μέχρι το μεσημέρι οι βομβαρδισμοί ήταν μικρής έντασης αλλά από τις 14:00 μετατράπηκαν σε σφοδρούς. Στις 12:30, όμως, όταν επρόκειτο να εφορμήσουν τα τμήματα κρούσης, το ελληνικό πυροβολικό εξαπέλυσε στους χώρους εξόρμησης το φονικό πυρ και προκλήθηκαν πολλές και βαριές απόλυες στους Γερμανούς. Μετά από αυτό τα γερμανικά τμήματα άρχισαν να οπισθοχωρούν. Οι απόλυες του οχυρού ήταν πέντε νεκροί και έντεκα τραυματίες. Στις 17:00 προσήλθαν Γερμανοί κήρυκες για να γνωστοποιήσουν την συνθηκολόγηση του ΤΣΑΜ ζητώντας την παράδοση του οχυρού.

Ο διοικητής του, Ταγματάρχης Γεώργιος Δουράτσος απάντησε ότι τα οχυρά δεν παραδίδονται αλλά καταλαμβάνονται και ότι θα συνεχίσει τον αγώνα στερούμενος άλλων διαταγών. Ο κήρυκας διαβεβαίωσε στην στρατιωτική του τιμή ότι δεν επρόκειτο για απάτη και όρισε συνάντηση για την 6:00 της επόμενης 10/4. Το οχυρό επικοινώνησε με τη Μεραρχία όπου κοινοποίησε την συνθηκολόγηση. Η αντίδραση των ανδρών του οχυρού ήταν ότι ο αγώνας έπρεπε να συνεχιστή. Την επομένη 10 Απριλίου 1941 έλαβε χώρα η παράδοση του οχυρού. Τα γερμανικά τμήματα “μας εσεβάσθησαν και μας ετίμησαν“, σύμφωνα με την έκθεση Πλευράκη. Έξω από το οχυρό ήταν παραταγμένο γερμανικό τμήμα και απέδωσαν τιμές. Ο εντεταλμένος για την παραλαβή του οχυρού Γερμανός αξιωματικός συγχάρηκε τον διοικητή του, Ταγματάρχη Γεώργιο Δουράτσο, διαβεβαιώνοντας τα συγχαρητήρια και το θαυμασμό των ανωτέρων του. Τόνισε μάλιστα ότι για τους Γερμανούς αποτελούσε τιμή και υπερηφάνεια ότι είχαν ως αντίπαλο έναν τόσον ηρωικό στρατό. Σχετικά με τις απόλυες των εμπολέμων στον αριστερό υποτομέα του Συγκροτήματος Σιδηροκάστρου, ο Πλευράκης σημειώνει στην έκθεση του: “Αι απώλειαι ασήμαντοι έναντι τοιούτου αγώνος ώστε περιορισθεί σε 4 νεκρούς αξιωματικούς και 40 άνδρες τραυματίες 2 αξιωματικοί και 150 άνδρες. Απεναντίας του αντιπάλου βαρύτατε ως μαρτυρούν τα υπάρχοντα νεκροταφεία και ας αποσιωπώ δια λόγους σκοπιμότητος“.

 

Οχυρό Παλιουριώνες

Το οχυρό βρισκόταν βορειοανατολικά της κωμόπολης Νέο Πετρίτσι Σερρών.

Οι οχυρώσεις του αποτελούνταν από τρία συγκροτήματα και δύο μεμονωμένα πολυβολεία, με υπόγειες στοές που έφταναν τα 1762 μέτρα. Τα επιφανειακά του έργα ήταν, 4 απλά και 6 διπλά πολυβολεία, 2 σύνθετα πολυβολεία-παρατηρητήρια, 1 σύνθετο πολυβολείο-αντιαρματικό πυροβολείο, 1 σύνθετο πολυβολείο-βομβιδοβολείο, 1 αντιαεροπορικό πολυβολείο, 1 αντιαρματικό πυροβολείο, 1 μονό και 1 διπλό ολμοβολείο, 3 πολυβολεία πλαγιοφύλαξης, 7 παρατηρητήρια, 2 σταθμούς οπτικού, 4 απλές εξόδους, 1 έξοδος με πολυβόλο και 1 εξόδος με παρατηρητήριο και βομβιδοβολείο.

Ο οπλισμός του αποτελείτο από 2 πυροβόλα των 75mm, 1 αντιαεροπορικό των 20mm, 2 αντιαρματικά των 37mm, 3 όλμους των 81mm, 31 πολυβόλα, 16 οπλοπολυβόλα, 35 βομβιδοβόλα και επανδρώνονταν από 15 αξιωματικούς και 585 υπαξιωματικούς και οπλίτες.

ΣΠΑΝΙΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΥΛΙΚΟ ΑΠΟ ΤΟΝ ΓΙΩΡΓΟ ΙΩΑΝΝΙΔΗ

 

Η επέτειος του «Όχι» αναφέρεται στην άρνηση της Ελλάδας στις ιταλικές αξιώσεις που περιείχε το τελεσίγραφο που επιδόθηκε στις 28 Οκτωβρίου του 1940 στον Ιωάννη Μεταξά. Συνέπεια της άρνησης ήταν η είσοδος της χώρας στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και η έναρξη του ελληνοϊταλικού πολέμου του 1940.

Ο πρέσβης της ιταλικής κυβέρνησης στην Αθήνα, Εμανουέλε Γκράτσι, επισκέφθηκε τον Μεταξά στο σπίτι του, στην Κηφισιά και του παρέδωσε το τελεσίγραφο, το οποίο απαιτούσε την ελεύθερη διέλευση του ιταλικού στρατού από την Ελληνοαλβανική μεθόριο, προκειμένου στη συνέχεια να καταλάβει κάποια στρατηγικά σημεία του Βασιλείου της Ελλάδος, (λιμένες, αεροδρόμια κλπ.), για ανάγκες ανεφοδιασμού και άλλων διευκολύνσεών του στη μετέπειτα προώθησή του στην Αφρική.

«Alors, c’est la guerre» («λοιπόν, αυτό σημαίνει πόλεμο» – σ.σ. τα γαλλικά ήταν η επίσημη διπλωματική γλώσσα) είπε ο Μεταξάς στον Γκράτσι, ο οποίος περιγράφει στα απομνημονεύματά του την σκηνή: «“έχω εντολή κ. πρωθυπουργέ να σας κάνω μία ανακοίνωση” και του έδωσα το έγγραφο. Παρακολούθησα την συγκίνηση στα χέρια και τα μάτια του. Με σταθερή φωνή και βλέποντάς με κατάματα, ο Μεταξάς μου είπε: “αυτό σημαίνει πόλεμο”. Του απάντησα ότι αυτό θα μπορούσε να αποφευχθεί. Μου απάντησε “όχι”. Του πρόσθεσα ότι “αν ο στρατηγός Παπάγος…”, ο Μεταξάς με διέκοψε και μου είπε “όχι”! Έφυγα υποκλινόμενος με τον βαθύτερο σεβασμό, προ του γέροντος αυτού, που προτίμησε την θυσία αντί της υποδούλωσης».

Δύο ώρες μετά την επίδοση του τελεσιγράφου και την άρνηση του Μεταξά, άρχισε η σύγκρουση, με εισβολή των ιταλικών στρατευμάτων στην Ήπειρο, οπότε η Ελλάδα αμυνόμενη ενεπλάκη στον πόλεμο…

Το μέτωπο είχε μήκος περίπου 150 χιλιομέτρων και βρισκόταν σε μια εξ’ ολοκλήρου ορεινή και εξαιρετικά δύσβατη περιοχή, με την οροσειρά της Πίνδου να χωρίζει το θέατρο επιχειρήσεων στα δύο: αυτό της Ηπείρου και εκείνο της Δυτικής Μακεδονίας.

Ο ελληνικός στρατός ανάγκασε τον ιταλικό σε υποχώρηση και μέχρι τα μέσα Δεκεμβρίου, σχεδόν το ένα τέταρτο του εδάφους της Αλβανίας είχε καταληφθεί από τους Έλληνες. Η αντεπίθεση των Ιταλών, το Μάρτιο του 1941, απέτυχε, με κέρδος μόνο μικρές εδαφικές εκτάσεις στην περιοχή της Χειμάρρας. Η υποχώρηση των Ελλήνων άρχισε στις 12 Απριλίου του 1941, οπότε και στο πλευρό των Ιταλών είχαν αρχίσει να προελαύνουν οι Γερμανοί.

Οι πολεμικές επιχειρήσεις που ακολούθησαν «σφραγίστηκαν» με την πτώση της Κρήτης, τον Μάιο του 1941: ολόκληρη η Ελλάδα βρέθηκε υπό τον απόλυτο έλεγχο των δυνάμεων του Άξονα και, για τα επόμενα τρία χρόνια, υπέστη τη σκληρή Κατοχή από τις δυνάμεις της Γερμανίας, της Ιταλίας και της Βουλγαρίας.

Πώς καθιερώθηκε το «Όχι»

Η άρνηση του Μεταξά πέρασε στον τότε ελληνικό Τύπο με την λέξη «ΟΧΙ». Μάλιστα, αυτούσια η λέξη παρουσιάσθηκε για πρώτη φορά ως τίτλος στο κύριο άρθρο της εφημερίδας «Ελληνικό Μέλλον» του Ν. Π. Ευστρατίου, στις 30 Οκτωβρίου του 1940.

Η επέτειος γιορτάστηκε πρώτη φορά το 1941: στο προαύλιο του πανεπιστημίου Αθηνών, έγιναν ομιλίες από φοιτητές, ενώ την παραμονή είχε μιλήσει ο καθηγητής Κωνσταντίνος Τσάτσος, που αρνήθηκε να κάνει µάθηµα την 28η Οκτωβρίου, με αποτέλεσμα να απολυθεί από το Πανεπιστήμιο.

Η δεύτερη επέτειος γιορτάστηκε την Πλατεία Συντάγµατος με πρωτοβουλία των οργανώσεων ΕΠΟΝ και ΠΕΑΝ, ενώ το 1943 ο εορτασμός, που έγινε στο κτίριο της Εθνικής Τράπεζας, στην πλατεία Κοτζιά, διακόπηκε από Γερμανούς, που υποχρέωσαν όσους συμμετείχαν να σταθούν με τα χέρια ψηλά μέχρι το βράδυ και έστειλαν είκοσι άτομα σε στρατόπεδα συγκέντρωσης.

Η πρώτη επίσημη επέτειος έγινε το 1944, με παρέλαση ενώπιον του πρωθυπουργού Γεωργίου Παπανδρέου. Το 1952, η Εκκλησία της Ελλάδος αποφάσισε η γιορτή της Αγίας Σκέπης να μεταφερθεί από την 1η Οκτωβρίου στις 28 του μήνα, με το αιτιολογικό ότι η Παναγία βοήθησε τον ελληνικό στρατό στον πόλεμο.

 

Screen_Shot_2012-10-27_at_7.58.29_PM-630x923.png

images.jpg

357311-Greece_40_034.jpg

29 (1).JPG20.JPG