Η άρχουσα τάξη που προέκυψε από την Επανάσταση του 1821

Οι κερδισμένοι του ΄21

Μετά το τέλος της επανάστασης, οι οικονομικές απαιτήσεις των υδραίων, σπετσιωτών και ψαριανών από τον Καποδίστρια υπολογίστηκαν σε 20.000.000 χρυσές δραχμές. Ο Καποδίστριας πλήρωσε 147.000 για την Ύδρα90.000 για τις Σπέτσες και 13.000 για τα Ψαρά.

Οι Κουντουριώτηδες αυξάνουν την κεφαλαιουχική περιουσία τους από 10.000.000 χρυσές δραχμές το 1820 σε 28.000.000 χρυσές δραχμές το 1830. Για να κατανοήσει κανείς το μέγεθος του χρήματος θα πρέπει να λάβει υπ’ όψη του ότι το 1841 που ιδρύθηκε η Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος, το μετοχικό της κεφάλαιο ήταν 5.000.000 δραχμές.

Το ίδιο συμβαίνει και με τους υδραιοσπετσιώτες ΜπότασηΜέξηΑνάργυρο. Κι αυτοί διπλασίασαν τις περιουσίες τους. Οι Σισίνηδες με περιουσία 3.000.000 χρυσές δραχμές στα 1820 βρίσκονται με 7.000.000 χρυσές δραχμές. Μετά την επανάσταση, οι Ρούφοι της Πάτρας γίνονται «νοικοκύρηδες» με 1.000.000 χρυσές δραχμές. Οι στρατιωτικοί ΓρίβαςΜαμούρηςΒελέντζαςΠαπακώσταςΚριεζώτηςΠανούρης και άλλοι, προ της επανάστασης ήταν απλοί κλεφτοκαπεταναίοι, Μετά την επανάσταση, βρίσκονται κτηματίες με χιλιάδες στρέμματα εύφορης γης. Ο Μακρυγιάννης ζητούσε άμεση καταβολή 35.777 γροσίων.

Επί Καποδίστρια το σύνολο της έκτασης της εθνικής γης έφτανε περίπου τα 6.000.000 στρέμματα και της ιδιωτικής τα 8.000.000 στρέμματα. Στην Πελοπόννησο παρατηρείται το μεγαλύτερο ποσοστό ακτημοσύνης, όπου 60.000 οικογένειες είχαν 535.000 στρέμματα και 1.000 περίπου οικογένειες 1.000.000 στρέμματα.

Από τα παραπάνω στοιχεία προκύπτουν τα εξής ερωτήματα: Τελικά ποιοι ήθελαν την επανάσταση; Μήπως τα φεουδαρχικά κατάλοιπα, δηλαδή οι κοτζαμπάσηδες; Μήπως οι αιγαιοπελαγίτες καραβοκύρηδες εφοπλιστές; (βλέπε ναυτεμπορικό κεφάλαιο). Μήπως ο ανώτερος Κλήρος; Τελικά, ποιοι βγήκαν κερδισμένοι;

Η άρχουσα τάξη των ρωμιών

Μετά την κατάληψη της Κωνσταντινούπολης, η συνεργασία της βυζαντινής αριστοκρατίας, της Ορθόδοξης Εκκλησίας και του Πατριαρχείου με την οθωμανική εξουσία είναι ένα γεγονός. Από τους βυζαντινούς τιμαριώτες και τους εκκλησιαστικούς άρχοντες όσο κι από τους φαναριώτες, ρωμιούς γραφειοκράτες του Σουλτάνου, θα διαμορφωθεί η άρχουσα τάξη των ρωμιών. 

Οι τρεις παράγοντες, ο Σουλτάνος, οι τιμαριώτες (στρατιωτικοί–διοικητικοί) και ο Κλήρος, είναι οι τρεις κατηγορίες, που εκπροσωπούν τις κυρίαρχες τάξεις της οθωμανικής κοινωνίας. Αυτοί νέμονται και ωφελούνται το κοινωνικό προϊόν της παραγωγής. Οι χωρικοί (reaya) είναι απλοί νομοί της, δεδομένου ότι η γη, τους παραχωρείται από το κράτος ή έμμεσα από τον τιμαριωτή.

Οι χωρικοί δεν καρπώνονται το προϊόν της έγγειας παραγωγής, αφού αυτό κατευθύνεται και καρπώνεται από το Σουλτάνο με την μορφή της φορολογίας και ενοικίων και από τις κυρίαρχες τάξεις: Φαναριώτες, κοτζαμπάσηδες, Εκκλησία κ.ά.. (Διαβάστε στην «Ελεύθερη Έρευνα»: Χριστιανικές εξουσιαστικές ομάδες κατά την οθωμανική περίοδο). 

Επειδή οι χωρικοί έχουν τη νομή των καλλιεργούμενων γαιών και η ιδιοκτησία των γαιών βρίσκεται στη διάθεση του κράτους με εκπροσώπηση από τους τιμαριώτες, αισθάνονται σαν ελεύθεροι χωρικοί κι όχι σαν τάξη που υφίσταται την εκμετάλλευση. Αυτή ακριβώς η έννοια της κρατικής κυριαρχίας της ιδιοκτησίας δεν δημιούργησε στην οθωμανική αυτοκρατορία προβλήματα επαναστατικών διαθέσεων των χωρικών.

Επίσης, οι δανειοδοτούμενοι από τους οθωμανούς προεστοί, με τόκο 8% ως 12% δανειοδοτούσαν τους ραγιάδες αγρότες με τόκο 25% ως 30%! Τα χρέη των προεστών της Πελοποννήσου προς τους οθωμανούς κοτζαμπάσηδες παραμονές της επανάστασης έφταναν στο ποσό των 7.000.000 γροσίων. Αυτά τα χρήματα δεν εισπράχτηκαν ποτέ από την Κυβέρνηση με την ίδρυση του ελληνικού κράτους.

Ιδεολογικά στον ελλαδικό χώρο δεν απαντούμε κρούσματα επαναστατικής διάθεσης στις οικονομικά ανεπτυγμένες δυνάμεις, όπως στις παροικίες των ρωμιών στο εξωτερικό. Αντίθετα, οι οικονομικά ισχυροί στέκονται πολύ σκεπτικιστές στην ιδέα μιας επανάστασης. Τις επαναστατικές ιδέες (αρχές 19ου αιώνα) όμως, τις ασπάζονται οι μικροκαπεταναίοι, οι διανοούμενοι και κυρίως οι αγρότες, που αποτελούν το 70% του πληθυσμού.

Φόροι

Οι φορολογικές επιβαρύνσεις κατά την οθωμανική περίοδο (είδη φόρων) ήταν οι εξής: Σπέντζα, Αβαρίζι, Sursat, Nalba-ha, Istira, Τοπιάτο, Αβανιέ, Δεκάτη. Η Δεκάτη καταργήθηκε επί Τρικούπη!  

Εκκλησιαστικοί Φόροι

Οι φόροι ήταν τρεις : τα Κανονικά, η Ρόγα ή Σητεία και τα Τυχερά.

Εκτός από τους φόρους της οθωμανικής κυριαρχίας και των τιμαριωτών οι ρωμιοί πληρώνουν και φόρους είτε σε χρήμα είτε σε είδος στους εκκλησιαστικούς άρχοντες. Ο Νικ. Μοσχοβάκης γράφει: «Πάντα δε ταύτα τα εισοδήματα του Πατριαρχείου και των Επισκόπων εισπράττονται υπό των δυστροπούντων δια της βίας, δεν ελλείπουσι δε ούτε τα παραδείγματα, ότι σκεύη οικιακά και άροτρα έτι αφηρέθησαν παρά των πτωχών οικογενειών εις εξίσωσιν των ουτωσί οφειλομένων».
  
Ο Πατριάρχης Κύριλλος προσπάθησε να σταματήσει τις βιαιότητες εισπράξεων του Επισκόπου Λαρίσης Πολυκάρπου, γιατί διαμαρτυρήθηκε ακόμα και ο Βελής Πασάς, γιός του Αλή Πασά, και σε εγκύκλιο του έγραφε: «Εγράψαμεν και γράφομεν εις αυτόν όσον ημπορεί να μετριάση τα παρσίματά του δια να μη προξενή γογγυσμόν και αδημονίας εις τους πτωχούς».

Ο ιστορικός Πιπινέλης διαπιστώνει ότι: «Οι μητροπολίται αναλαμβάνοντες μέρη των χρεών των Πατριαρχείων κατ’ ανάγκην ηγούντο εις αύξησιν των εισπράξεών του τόσο εκ των εκκλησιαστικών αυτών ποιμνίων όσον και εκ των εις τα κτήματα αυτών εργαζομένων χωρικών. Οι χωρικοί φυσικώς εδυσφόρουν δια τούτο και ούτω επροσκαλούντο συχνά προστριβαί και στάσεις. Τότε οι μητροπολίται κατέφευγαν εις την τουρκικήν εξουσία, δια να λάβωσι την βοήθειά της εναντίον των χωρικών. Εδώ δε αυτομάτως αναπηδά εκ των πραγμάτων ο αναγκαίος δεσμός της τουρκικής τιμαριωτικής και της ελληνικής αγροτικής και εκκλησιαστικής ολιγαρχίας του ανωτέρου Κλήρου».
 

Σε σύνολο φορολογίας 23,9% επί 
της παραγωγής το ποσοστό επί της 
φορολογίας του οθωμανικού δημο-
σίου είναι 6% (1,5% επί της πα-
ραγωγής) και της Εκκλησίας 5,3
(1,3% επί της παραγωγής).

Η Δεκάτη αντιπροσώπευε το 8,5% 
επί της παραγωγής και το 35% 
επί της φορολογίας. Παρά το 
γεγονός ότι η φορολογική 
επιβάρυνση της οθωμανικής 
κυριαρχίας δεν εμφανίζεται ως 
εξοντωτική, το πραγματικό φορο-
λογικό βάρος ωστόσο κατέληγε 
λόγω των αυθαιρεσιών των φορο-
εισπρακτόρων, των ενοικιαστών 
των φόρων και της απληστίας των 
διοικητικών υπαλλήλων να είναι 
τεράστιο με αποτέλεσμα το ποσό 
ιδιοποίησης της παραγωγής από τη 
φορολογία να φτάνει στα 50%
ενώ και οι νόμιμοι και οι αυθαίρετοι 
φόροι τυπικά δεν υπερβαίνουν το
ποσοστό 22%. Οι φοροεισπράκτο-
ρες προσδιορίζοντας αυθαίρετα τις
τιμές των προϊόντων έπαιρναν με 
τη μέθοδο αυτή μεγαλύτερες ποσό-
τητες προϊόντων. 

Έτσι, η ουσιαστική επιβάρυνση 
ξεπερνούσε την επίσημη φορολο-
γική κλίμακα κατά 100%!

Επί Όθωνα, οι κοινοτικές και 
εκκλησιαστικές εισφορές ήταν 
3,5% 
(1,5% οι κοινοτικές και
2% οι εκκλησιαστικές εισφορές 
επί της παραγωγής).

 

  

Στις Κυκλάδες τον 16ο αιώνα, 
η δύναμη των κοινοτικών αρχόντων αυξήθηκε. 
Οι ρωμιοί είχαν αποσπάσει πολιτικά 
και δικαστικά προνόμια. 
Στην εικόνα: Προεστός αιγαιοπελαγίτης
(Αθήνα, Γεννάδειος Βιβλιοθήκη).

 

   
  
Ιδιοκτησία

Η κατανομή ιδιοκτησίας στο χώρο της νότιας Ελλάδας κάτω του Ολύμπου βρίσκεται περίπου στη σχέση 1/2 μεταξύ των οθωμανών και των ρωμιών. Από τα 15.000.000 στρέμματα γης, τα 6.400.000 στρέμματα κατέχονται από τους οθωμανούς, 2.500.000 στρέμματα αποτελούν την εκκλησιαστική περιουσία και τα υπόλοιπα κατέχονται από τους ρωμιούς. Τα 90% της γης των οθωμανών ανήκουν σε μεγαλοτσιφλικάδες οθωμανούς και από τη γη των ρωμιών τα 70% σε χριστιανούς κοτζαμπάσηδες. 

Στην Κορινθία οι ΖαΐμηδεςΛόντοι και Νοταράδες κατέχουν περίπου το 40%της γης και τα ετήσια εισοδήματα τους ξεπερνούν τα 150.000 χρυσά φράγκα.

Ημερομίσθια

Τέλη 18ου αιώνα η αμοιβή για 10-12 ώρες εργασίας ήταν για εργατοαγρότες 20-25 παράδες, για τους τεχνίτες 40 παράδες και για τους βοηθούς τεχνιτών 20 παράδες. Οι εργάσιμες μέρες ήταν 3 στις 4.

Τιμές προϊόντων

Το ψωμί κόστιζε 16 γρόσια το καντάρι (καντάρι = 44 οκάδες, 1 οκά = 1,2 kg), δηλαδή περίπου 0,4 γρόσια (16 παράδες η οκά). Οι ελιές 0,5 γρόσια (20 παράδες η οκά). Το λάδι 3 γρόσια η οκά. Μία αγελάδα 100 γρόσια. Ένα πρόβατο 10 γρόσια. Μία γαλοπούλα 6 γρόσια. Μία κότα 50 παράδες (1 γρόσι και 10 παράδες). Το βούτυρο 3-5 γρόσια η οκά.

Οικονομικά στοιχεία (Αλέξανδρος Υψηλάντης)

Όταν ανέλαβε την αρχηγία της Φιλικής Εταιρείας ο Αλ. Υψηλάντης, το ταμείο ήταν εντελώς αδειανό. Ο Υψηλάντης αποφάσισε να υποθηκεύσει τα κτήματά του και να εκχωρήσει την αποζημίωσή του από 3.000.000 γρόσια που είχε επιδικαστεί με τη συνθήκη του Βουκουρεστίου και του Άκκερμαν, στο γάλλο τραπεζίτη Λαφήτ. Η μητέρα του έβαλε ενέχυρο τα κοσμήματά της. Με τα ενέχυρα αυτά και τις υποθήκες της οικογένειας Υψηλάντη συγκεντρώθηκε το ποσό των 3.000.000 γροσίων. Όλοι οι πλούσιοι ρωμιοί της Βαλκανικής ήταν επιφυλακτικοί για την επιτυχία της επανάστασης και κανείς εκτός από τον Βαρβάκη και τον Μάνθο Ριζάρη δεν θέλησε να βοηθήσει χρηματικά τον αγώνα. «Όλοι οι εδώ έμποροι είναι τζιγγενέδες (σ.σ. τσιγκούνηδες), μ’ όλον όπου ημπορούσαν να συνεισφέρουν 500.000, εάν είχον φρόνημα». (Εμ. Ξάνθου: Aπομνημονεύματα περί της Φιλικής Εταιρίας, σελ. 89). 

Τελικά, το οικονομικό βάρος της προετοιμασίας της επανάστασης έπεσε σε μεγάλο βαθμό στους ώμους της οικογένειας Υψηλάντη. Από τα υπάρχοντα στοιχεία η προετοιμασία του επαναστατικού αγώνα, η δράση της Φιλικής Εταιρείας και τα εξοδά της εκστρατείας στις Παραδουνάβιες ηγεμονίες στοίχισαν το ποσό των 5.000.000 γροσίων ή 68.000 στερλινών λιρών Αγγλίας, εκ των οποίων τα 3.000.000 γρόσια τα κατέβαλε ο Υψηλάντης.   

Γενικές πληροφορίες

Οι βασικές ανάγκες των μαχόμενων ρωμιών αντιμετωπίστηκαν απο τους ίδιους με εισφορές και με τα πρώτα οθωμανικά λάφυρα. Είναι γνωστή η συντηρητική και μέχρι εχθρότητας στάση των κοτζαμπάσηδων και των δεσποτάδων έναντι της επαναστατικής οργάνωσης της Φιλικής Εταιρείας. («Οι προεστώτες και αρχιερείς ευρίσκοντο εις σφόδραν αδημονίαν και εκηρύχθησαν υπέρ αναβολής του κινήματος», Δ. Κόκκινου: Η Ελληνική Επανάστασις). 

Στην περίφημη σύναξη των Προεστών της Πελοποννήσου στην Βοστίτσα στις αρχές του 1821, είναι γνωστή η στάση των αρχόντων και θρησκευτικών απέναντι στα κηρύγματα του Παπαφλέσσα για άμεση οργάνωση και κήρυξη του επαναστατικού αγώνα. Τελικά, αρχιερείς και προεστώτες «απεφάσισαν πεφοβισμένοι να παραμερίσωσι εις ασφαλή μέρη» και υποσχέθηκαν ότι θα καταβάλουν διάφορα ποσά στον ταμία της Φιλικής Εταιρείας Παπαδιαμαντόπουλο, όταν κηρυχτεί η επανάσταση. (Αμβρ. Φραντζή: Επιτομή της Ιστορίας της αναγεννηθείσης Ελλάδος 1715-1836). 

Από την έναρξη της Επανάστασης μέχρι το Δεκέμβρη του 1821, στο 9μηνο αυτό διάστημα, υπολογίζουμε ότι συνάχτηκαν από εισφορές, λάφυρα, λείες πολέμων και τουρκικά δικαιώματα που κατασχέθηκαν, περίπου 70.000.000 γρόσια. Στο ίδιο διάστημα οι πολεμικές δαπάνες της Επανάστασης έφθασαν τα 10.000.000γρόσια κι από αυτές 1.000.000 γρόσια ήταν οι δαπάνες του στόλου. Το δημόσιο ταμείο όμως από τις κατά τόπους Διοικήσεις δεν κατόρθωσε να συγκεντρώσει ποσό μεγαλύτερο 1.000.000 γρόσια. Τα υπόλοιπα έγιναν ατομικές περιουσίες (70 εκατ. – 10 εκατ. = 60 εκατ.) κατά διαφόρους τρόπους. 

Σύμφωνα με εθιμικό αξίωμα, τα λάφυρα έπρεπε να διανέμονται: 1/3 για το δημόσιο ταμείο, 1/3 για τους μαχόμενους πολιορκητές και 1/3 για τα πλοία που βοηθούσαν την πολιορκία. Αν το φρούριο δεν ήταν θαλάσσιο, τότε το 1/3 έπαιρναν οι πολιορκητές και τα 2/3 το δημόσιο ταμείο. Στην πολιορκία της Τριπολιτσάς κάθε οπλαρχηγός είχε αρχίσει χωριστές συνομιλίες με τους οθωμανούς πολιορκημένους. Ο Κολοκοτρώνης συνεννοείτο με τους αλβανούς, οι μανιάτες με τους βουρδουνιώτες τούρκους, οι φαναρίτες με τους πυργιώτες κι η Μπουμπουλίνα με τις χανούμισσες του Χουρσίτ. Οι οπλαρχηγοί συνέχιζαν τις συνομιλίες τους με τούρκους και παρέτειναν την πολιορκία πουλώντας τους τρόφιμα σε υψηλές τιμές (μαύρη αγορά). Ο Πετρόμπεης έφυγε από την Τριπολιτσά με δύο καμήλες και είκοσι μουλάρια βαρυφορτωμένα με λάφυρα. Ανάλογα έπραξαν και οι άλλοι αρχηγοί. Το σπαθί του Χουρσίτ πουλήθηκε από ένα χωρικό του Παλούμπα σε υδραίο έμπορο αντί 1.000 γρόσια και μεταπωλήθηκε αργότερα στον Μωχαμέτ Αλή αντί 130.000 γροσίων. Στο δημόσιο ταμείο δεν μπήκε γρόσι απ τα 50.000.000 γρόσια που λογαριάζονταν η αξία των λαφύρων. (Διαβάστε στην «Ελεύθερη Έρευνα»: Από την Τριπολιτσά στην… Τρόικα).


Φύγε τούρκε, έλα κοτζάμπαση

Η συνέλευση των Καλτετζών είναι η πρώτη πολιτική αρχή με αξιώσεις υποτυπώδους διοικητικής ενότητας. «Η συνέλευση των Καλτετζών ήτανε ολιγαρχική ή σωστότερα μια επιτροπή ολιγαρχικών» (Γ. Φίνλευ: Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως). «Ήταν γέννημα αυθαιρεσίας και εκπροσωπούσε τα συμφέροντα των κοτζαμπάσηδων» (Γ. Κορδάτος). Η συνέλευση καθόρισε έδρα της τη Στεμνίτσα και ονομάστηκε «Γερουσία της Πελοποννήσου». 

Με τις διατάξεις που προέκυψαν από την Πελοποννησιακή Γερουσία καθορίζεται η τύχη των δημοσίων και ιδιωτικών προσόδων των οθωμανών (Δημοσίου και ιδιοκτητών) όχι όμως και η τύχη των ιδιοκτησιών τους. Οι καλλιεργητικές σχέσεις παραμένουν όμως οι ίδιες, όπως και στην οθωμανική περίοδο. Οι ρωμιοί αγρότες δεν απελευθερώνονταν από τα δεσμά του κολίγου. Το οθωμανικό Δημόσιο και τους οθωμανούς ιδιοκτήτες γης τους αντικαθιστούν οι κοτζαμπάσηδες. Η συνέλευση των Καλτετζών έγινε ερήμην του λαού και δεν εκπροσωπήθηκαν ούτε συζητήθηκαν τα συμφέροντά του. Δηλαδή: Φύγε τούρκε, έλα κοτζάμπαση. (Διαβάστε στην «Ελεύθερη Έρευνα»: Μια πλειάδα μικρών Αληπασάδων).

 

Το πρώτο εξωτερικό
δάνειο από την Αγγλία

Με την πολιτική κρίση του 1823 εδραιώθηκε στη χώρα η παράταξη των ολιγαρχικών. Οι υδραίοι άρχοντες και τα κυριότερα από τα τζάκια της Πελοποννήσου θα διοικήσουν την Ελλάδα σαν εντολοδόχοι της Αγγλίας. Οι αιγαιοπελαγίτες, εκτός από τους ψαριανούς, κασιώτες και σαμιώτες, βρίσκοταν σε αντίθεση με την επανάσταση και ιδιαίτερα με τους υδραιοσπετσιώτες. Στο αρχοντολόγι των αιγαιοπελαγιτών είχαν εκδηλωθεί σοβαρές τάσεις συννενόησης με τον Σουλτάνο για υποταγή. Οι συνωμοτικές ενέργειες είχαν κέντρο την Μήλο. 

Στης 21 Απρίλη 1824 ανακοινώνεται επίσημα η πραγματοποίηση του πρώτου εξωτερικού δανείου των 800.000 λιρών στερλινών Αγγλίας. Το δάνειο το έριξαν επιτήδεια οι άγγλοι ανάμεσα στις αντίπαλες παρατάξεις για να επιτύχουν τους σκοπούς τους και να επεμβαίνουν στα εσωτερικά της επαναστατημένης Ελλάδας. Το δάνειο αυτό, υπήρξε και η τυπική πράξη της υποδούλωσης της Ελλάδας για 120 χρόνια στον αγγλικό ιμπεριαλισμό. Οι όροι της σύναψης, ο τρόπος της διαχείρισης και η απόδοση υπήρξαν πραγματικά ληστρικοί.

  

 

Στη Μακεδονία και την Ήπειρο 
αυξήθηκε το εμπόριο με Ιταλία 
και κεντρική Ευρώπη. 
Στην εικόνα: Ηπειρώτης έμπορος
(Αθήνα, Γεννάδειος Βιβλιοθήκη).

  
Επίσης, από τότε τέτοια δάνεια υπήρξαν το υπόβαθρο του δόγματος «ανήκομεν εις την Δύσιν».

Ο λογαριασμός του δανείου είναι ο παρακάτω:

Ονομαστική αξία ομολογικού =  800.000 λίρες στερλίνες.

Μετρητά πραγματοποιηθέντα βάσει της τιμής κλεισίματος 59% =  472.000 λίρες στερλίνες.  

Διάφορα άλλα έξοδα = 173.000 λίρες στερλίνες.

Η εκκαθάριση του λογαριασμού του δανείου απέδωσε στο ελληνικό δημόσιο ταμείο 298.726 λίρες στερλίνες έναντι του ποσού των 800.000 λιρών που χρεώθηκε ο λαός!

Οι όροι της σύμβασης ξεσήκωσαν κύμα διαμαρτυριών και κατακρίσεων τόσο στην Αγγλία όσο και στην Ελλάδα, γεγονός που ανάγκασε τους Times να γράψουν: «Είθε τα χρήματα τα οποία εληστεύθησαν εν ονόματι των ελλήνων, να επιρρίψουν ανάθεμα κατά της κεφαλής εκείνων που τα έχουν». Μόνο τα έξοδα της επιτροπής από την Ελλάδα (διαμονής πέντε μηνών) για τη σύναψη του δανείου, δηλαδή ΟρλάνδουΛουριώτη, έφτασαν τις 5.075 λίρες στερλίνες, όταν μια μεσοαστική οικογένεια στην Αγγλία ήθελε έξοδα διαβίωσης 50 λίρες μηνιαίως. Επίσης, οι Ορλάνδος–Λουριώτης για τα έξοδα διαμονής τους για το δεύτερο δάνειο χρέωσαν το κράτος 6.616 λίρες στερλίνες!  

Το δεύτερο εξωτερικό δάνειο από την Αγγλία

Το δεύτερο εξωτερικό δάνειο των 2.000.000 χρυσών λιρών, που πραγματοποιήθηκε από τον τραπεζικό οίκο των αδελφών Ιακώβ και Σαμψών Ρικάρδων στο Λονδίνο, είναι η μεγαλύτερη ληστρική επιχείρηση όλων των εποχών. Άγγλοι κερδοσκόποι, (φιλέλληνες) συμφεροντολόγοι, τυχοδιώκτες ναύαρχοι και στρατηγοί, κατάσκοποι του Ιμπραήμ, αμερικάνοι γκάγκστερς, όλοι πήραν μέρος στο χορό της κλοπής του δανείου, ώστε να φτάσουν στην Ελλάδα από το ποσό που δανείστηκε, μόνο 232.558 λίρες! 

Τη διαχείριση του δανείου ουσιαστικά την είχαν οι δανειστές. Η περίφημη τετραρχία Ricardo, Ellice, Hobhause και Burdett διαχειρίστηκαν τα χρήματα του δανείου ανεξέλεγκτα και σύμφωνα με τις κερδοσκοπικές τους ορέξεις και χωρίς να συμβουλεύονται την αντιπροσωπεία από την Ελλάδα, η οποία προέβη κι αυτή σε κερδοσκοπικές πράξεις. Ο χρόνος εξόφλησης του δανείου ορίστηκε σε 36 χρόνια. 

Η φρεγάτα που κατασκευάστηκε στην Αμερική και έφτασε στο Ναύπλιο τον Νοέμβριο του 1826 κόστισε στο Ελληνικό κράτος 156.000 λίρες στερλίνες. Την ίδια εποχή στην Αμερική κατασκευάστηκε από δρυ πρώτης ποιότητας και πλήρως εξοπλισμένο η φρεγάτα «Brandy Wine», που κόστισε στην αμερικάνικη κυβέρνηση 55.000 λίρες.


Επίλογος

Το κόστος των επιχειρήσεων 1821-1828 στοίχισε, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία 87.088.605 γρόσια. Αν προσθέσουμε στο ποσό αυτό και τα χρήματα που ξοδεύτηκαν από το 1828 μέχρι το 1830, δηλαδή μέχρι την ανακήρυξη της ανεξαρτησίας και που φθάνουν τα 56.000.000 γρόσια, τότε το συνολικό ποσό ανέρχεται σε 143.000.000 γρόσια.

Βιβλιογραφία

1. Γ. Κατσούλη: Οικονομική Ιστορία της Νεώτερης Ελλάδας από το 1453 μέχρι το 1830, τόμ. Α, έκδ. «Παπαζήσης», Αθήνα, 1985.

2. Γ. Κατσούλη, Μ. Νικολινάκου, Β. Φίλια: Οικονομική Ιστορία της Νεώτερης Ελλάδας από το 1453 μέχρι το 1830, τόμ. Β, έκδ. «Παπαζήσης», Αθήνα, 1994.

3. Δ. Παπαϊωάννου: Η πολιτική των Επισκόπων στην Τουρκοκρατία, Αθήνα, 1991.

4Ιστορία του ελληνικού έθνους, έκδ. «Εκδοτική Αθηνών», Αθήνα, 1974.

Πηγή